Οι καβγάδες του Κ. Μητσοτάκη

Γράφει η Δήμητρα Κρουστάλλη

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τελευταία στήνει καβγά με όλους. Με το ΠαΣοΚ, τον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα που υπέγραψαν την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, με τα μέσα ενημέρωσης που ερευνούν τις αιτίες τους δυστυχήματος στα Τέμπη, με τα bots που αλλοιώνουν την πραγματικότητα. Ακόμα και τον κόσμο που κατέβηκε στον δρόμο ζητώντας δικαιοσύνη, αν μπορούσε, θα τον μάλωνε. Αλλά δεν μπορούσε, γιατί τέτοιο αυτογκόλ δεν συγχωρείται σε μια δημοκρατική κοινωνία.

Εύλογη απορία. Σε αυτή τη δύσκολη στιγμή ο Πρωθυπουργός δεν θέλει συμμάχους; Μοιάζει, μάλιστα, να μην ενδιαφέρεται να έχει ούτε συνομιλητές προκειμένου να δημιουργήσει συνθήκες εθνικής συναίνεσης σε μια συγκυρία ρευστή και επικίνδυνη, που κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τι θα ξημερώσει η επόμενη μέρα. Απομονώθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου με μια χούφτα συνεργάτες, μακριά από τους υπουργούς και τους βουλευτές του, οι οποίοι περιμένουν απεγνωσμένα να δουν τι άσο θα βγάλει από το μανίκι του και πόσο γρήγορα θα κινηθεί για να προλάβει τη φθορά.

Ο επικείμενος ανασχηματισμός λίγα θα περισώσει. Η ανακύκλωση υπουργών στις καρέκλες του Υπουργικού Συμβουλίου και ο αχαμνός πάγκος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ δεν εγγυώνται την αλλαγή κλίματος. Το ζήτημα είναι πιο βαθύ. Το 2019 ο Μητσοτάκης υποσχέθηκε ότι θα αλλάξει το κράτος, τον τρόπο λειτουργίας της κυβέρνησης και της δημόσιας διοίκησης μέσω του επιτελικού κράτους. Εξι χρόνια μετά, το επιτελικό κράτος μοιάζει σαν μια γραφικότητα της περιόδου του 41% που όλα τα χωρούσε και τα συγχωρούσε. Και ο Πρωθυπουργός επιστρατεύει δικαιολογίες προκατόχων του για το ανυπότακτο «βαθύ κράτος» και για τις παθογένειες πολλών ετών, που όπως οι προηγούμενοι δεν πρόλαβε να καταπολεμήσει.

Τώρα που ο μεγεθυντικός φακός των Τεμπών ανέδειξε όλες τις αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού, αλλά κυρίως του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος που συντονίζει το επιτελικό κράτος, θα ήταν υπερβολικό κάποιοι πολίτες να αισθάνονται ότι προδόθηκε η εμπιστοσύνη τους; Μπορεί συγκυριακά να αυξάνουν δυνάμεις τα κόμματα διαμαρτυρίας, αλλά όταν κάτσει η σκόνη και επικρατήσουν πιο ορθολογικές σκέψεις, κάποιοι μπορεί να διερωτηθούν τι ακριβώς είναι αυτή η αναντικατάστατη κυβέρνηση που δεν μπορεί να πέσει. Ενα υπερμέγεθες σχήμα 65 ατόμων, που την ύπαρξη των περισσοτέρων έχει μάλλον ξεχάσει και ο ίδιος ο Μητσοτάκης. Γιατί άραγε ένα κόμμα μετριοπαθές, όπως το ΠαΣοΚ, που δεν καταφεύγει στον εύκολο λαϊκισμό, με κυβερνητική εμπειρία στα δύσκολα, την οποία αξιοποίησε ποικιλοτρόπως η ΝΔ, και φρέσκο πάγκο δεν μπορεί να κυβερνήσει;

Ο Μητσοτάκης θεωρεί την αντιπολίτευση αδιάβαστη, οκνηρή, κατώτερη των περιστάσεων, ενίοτε συνωμοσιολογική, με δυο λόγια επικίνδυνη για τη σταθερότητα. Αρα, κατά τη γνώμη του, καλή αντιπολίτευση είναι η αφοπλισμένη αντιπολίτευση; Που δεν μιλάει και δεν λαλάει για να μην ενοχλεί την κυβέρνηση; Το ΠαΣοΚ δεν είναι τέτοια αντιπολίτευση, και θέσεις έχει, και προτάσεις, ορισμένες τις υιοθέτησε η κυβέρνηση και έπειτα τις πρόβαλε ως δικές της, και θεσμική σοβαρότητα.

Αν εμφανίζεται μαγκωμένο στις δημοσκοπήσεις, δεν ευθύνεται μόνο ο Νίκος Ανδρουλάκης, αλλά και οι εσωκομματικοί του αντίπαλοι, κυρίως όσοι νομίζουν ότι αν το κόμμα πέσει και άλλο θα ανοίξει ο δρόμος για να (ξανα)διεκδικήσουν την ηγεσία, μολονότι είναι φανερό ότι θα ήταν καλύτερο να δώσουν τώρα διεκδικητικά τη μάχη της εκλογικής ανόδου. Σε αυτή τη φάση τα εμπόδια για την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση προέρχονται από το εσωτερικό τους, είναι αυτά που τροφοδοτούν την πόλωση και ενδεχομένως να φέρουν νωρίτερα τις εκλογές.

Πηγή: tovima.gr

Back to top button
Our site uses cookies to improve your browsing experience and provide you with personalized content. By continuing to use our site, you agree to our cookie policy.