Παροχές και εκλογές

Γράφει ο Γιώργος Παπαχρήστος

Η κάπως πρόωρη έναρξη της νέας πολιτικής περιόδου (αυτή την εβδομάδα με την Εξεταστική για τον ΟΠΕΚΕΠΕ) δεν αφαιρεί σε τίποτε από την επισημότητα της έναρξης που καθορίζεται από τα εγκαίνια της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης. Εκεί όπου ο πρωθυπουργός εξαγγέλλει την οικονομική πολιτική του επόμενου έτους. Μια βασική αρχή των εξαγγελιών είναι να διορθώνουν αδικίες του παρελθόντος, και επιπλέον να βελτιώνουν την οικονομική κατάσταση των πολιτών ώστε με τη σειρά της να αυξηθεί και η αγοραστική τους δύναμη.

Από τον κανόνα δεν έχει ξεφύγει καμία κυβέρνηση. Ολες, από τη μεταπολίτευση και εντεύθεν, λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Εκεί που διαφέρει κάπως το πράγμα είναι η χρονική συγκυρία, η οποία επηρεάζει καθοριστικά το περιεχόμενο του πακέτου που εξαγγέλλεται.

Στην πρώτη μετά από εκλογές ΔΕΘ και την τελευταία προ των εκλογών, οι παροχές είναι πλούσιες. Στη μετά από εκλογές, για να φανεί ότι η κυβέρνηση ανταποδίδει την εμπιστοσύνη που έδειξε το εκλογικό σώμα στο οικονομικό της πρόγραμμα, και στην προ εκλογών ΔΕΘ για να υποσχεθεί ότι είναι επιβεβλημένη η συνέχιση της παρουσίας της στην εξουσία προκειμένου να υλοποιηθεί το γενναιόδωρο πακέτο και να καλλιεργηθεί εκ παραλλήλου η προσδοκία ότι και τα επόμενα χρόνια η κυβέρνηση θα επιδεικνύει την ίδια γαλαντομία.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει παρακάμψει την πεπατημένη. Εξι χρόνια τώρα, κινείται στα βήματα των προηγουμένων κυβερνήσεων. Εργαλειοποιεί την οικονομική πολιτική της για πολιτικούς λόγους. Στοχεύει, όπως και όλες όσες προηγήθηκαν (με εξαίρεση ίσως τις κυβερνήσεις της κρίσης 2010-2015), στη βελτίωση της δημοφιλίας της στην κοινωνία και την περαιτέρω διεύρυνση ή και την αποκατάσταση των σχέσεών της με την εκλογική της βάση. Εχει ανάγκη και τα δύο, καθώς επί μήνες πορεύεται τραυματισμένη αντιμετωπίζοντας από την αρχή του χρόνου αλλεπάλληλες πολιτικές κρίσεις, συνήθως με λαθεμένο τρόπο, και κάνοντας επιλογές που ακυρώνουν κάθε θετική προοπτική.

Η τραγωδία των Τεμπών, το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, η διάχυτη αίσθηση της διαφθοράς και της κατάλυσης κάθε έννοιας δικαίου προκειμένου να διαφυλαχθεί η ηθική και πολιτική ακεραιότητα του επιτελικού κράτους, ήρθαν και «κούμπωσαν» με τις καταστροφικές πυρκαγιές των προηγούμενων εβδομάδων, επιτείνοντας το κλίμα αμφισβήτησής της.

Εξαιτίας όλων αυτών, οι προ του καλοκαιριού δημοσκοπήσεις, οι πραγματικές δημοσκοπήσεις, καταγράφουν σημαντική φθορά για την κυβερνητική απήχηση, σε ποσοστά που παραπέμπουν στη δυσοίωνη προοπτική της ακυβερνησίας της χώρας.

Τούτων δοθέντων, η κατάρτιση του πακέτου των εξαγγελιών στη ΔΕΘ αποτελεί για την κυβέρνηση αναγκαία και ικανή συνθήκη για να ορθοποδήσει πολιτικά. Στο πλαίσιο αυτό, δεν αποτελεί καμία έκπληξη το γεγονός ότι το ύψος των παροχών αποτελεί πλέον ελαστικό μέγεθος, ωσάν οι δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας να είναι απεριόριστες. Οι παροχές που κοστολογήθηκαν περί τα μέσα Ιουλίου στα «περίπου» 1,5 δισ. ευρώ, προϊόντος του χρόνου και υπό το κράτος των αλγεινών εντυπώσεων για τις καταστροφές από τις πυρκαγιές, έχουν ήδη αυξηθεί κατά 1 δισ., φτάνοντας στο ύψος των 2,5 δισ., και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι το 15ήμερο που μεσολαβεί ως τα εγκαίνια της ΔΕΘ δεν θα αυξηθεί κι άλλο.

Ηδη εξαγγέλθηκαν αυξήσεις για τους ενστόλους, που δεν έχουν ακόμη κοστολογηθεί, και «εξετάζονται και άλλα μέτρα» για συνταξιούχους και χαμηλόμισθους.

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Οτι πιθανόν, το 2026 να μην είναι μια «νεκρή» χρονιά, αλλά μια εκλογική χρονιά! Οτι ο κ. Μητσοτάκης στις πολλές εναλλακτικές που εξετάζει είναι και αυτή της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, σε μια προσπάθεια να σταματήσει την περαιτέρω φθορά της ΝΔ και τη δική του, προσωπικά. Αν και η γαλαντομία δεν λειτουργεί πάντοτε υπέρ εκείνου που ανοίγει το πουγκί.

Στα πολιτικά χρονικά άλλωστε έχει καταγραφεί ως κορυφαία περίπτωση αυτή του Κώστα Σημίτη, κατά το τελευταίο έτος της πρωθυπουργικής θητείας του. Το 2003 εξήγγειλε στη ΔΕΘ το μεγαλύτερο σε όγκο και ύψος πακέτο παροχών, κοστολογημένο στα 3,6 δισ., που βαφτίστηκε πακέτο «κοινωνικής συνοχής». Εναν μήνα μετά τις εξαγγελίες, τον Οκτώβριο του 2003, η κυβέρνηση είχε κερδίσει μόλις μία μονάδα σε δημοφιλία, και η τότε αξιωματική αντιπολίτευση, η ΝΔ, προηγούνταν σταθερά κατά 6-8 μονάδες. Στα τέλη Νοεμβρίου του 2003, η διαφορά είχε σχεδόν διπλασιαστεί υπέρ της ΝΔ και μερικές ημέρες αργότερα ο Κ. Σημίτης αποφάσισε να αποχωρήσει, χρίζοντας διάδοχό του στην ηγεσία του ΠαΣοΚ τον Γ. Παπανδρέου. Το μόνο που κατάφερε ο τελευταίος ήταν να περιορίσει το εύρος της ήττας από τη ΝΔ του Κ. Καραμανλή, στις 4 μονάδες.

Αν όπως λέγεται η Ιστορία διδάσκει, το σίγουρο είναι πως αυτός που ωφελείται είναι εκείνος που την αποκωδικοποιεί σωστά. Ητοι με αλόγιστες παροχές, δεν κερδίζονται εκλογές…

Πηγή: tovima.gr

Back to top button
Our site uses cookies to improve your browsing experience and provide you with personalized content. By continuing to use our site, you agree to our cookie policy.