Η Ζωή που μας αξίζει

Γράφει ο Παντελής Καψής

Μια από τις πιο αστείες σκηνές που έχω παρακολουθήσει στον κινηματογράφο, χωρίς ίσως να είμαι αντικειμενικός λόγω επαγγελματικής προκατάληψης, ήταν στο φιλμ «Η πρώτη σελίδα» με τον Γουόλτερ Ματάου και τον Τζακ Λέμον
Ο πρώτος είναι εκδότης επαρχιακής εφημερίδας και πιέζει τον Λέμον, ο οποίος γράφει το κεντρικό ρεπορτάζ του φύλλου, να βάλει στην πρώτη παράγραφο το όνομα ενός πολιτικού ο οποίος εμπλέκεται σε σκάνδαλο. Θα το βάλω στη δεύτερη παράγραφο του απαντά ο Λέμον για να ακολουθήσει η έκρηξη του Ματάου: μα κανείς δεν διαβάζει τη δεύτερη παράγραφο!

Το φιλμ γυρίστηκε τη δεκαετία του 70. Από τότε τα πράγματα έχουν γίνει πολύ χειρότερα. Ο κόσμος έχει σταματήσει να διαβάζει ακόμα και την πρώτη παράγραφο ενώ οι εφημερίδες στην Αμερική έχουν χάσει τα δύο τρίτα της κυκλοφορίας τους, έγχαρτης και ψηφιακής. Και δεν έχουν σταματήσει να διαβάζουν μόνο τις εφημερίδες, έχουν σταματήσει να διαβάζουν γενικώς. Σε μελέτη του ΟΟΣΑ στις περισσότερες χώρες η ικανότητα των πολιτών να διαβάζουν έχει υποχωρήσει. Στην Αγγλία τα δύο πέμπτα δεν έχουν διαβάσει ούτε ένα βιβλίο στη ζωή τους, ούτε καν ως audiobook. Στην Ελλάδα μια ανάλογη έρευνα έδειξε ότι το 35% δεν διάβασε ούτε ένα βιβλίο την προηγούμενη χρονιά, κι αυτό μετά τον κόβιντ που έσπρωξε πολλούς στο διάβασμα. Πριν, πάνω από το 60% δεν είχε διαβάσει ούτε ένα βιβλίο. Αντιθέτως σε όλο τον κόσμο τα podcast γίνονται όλο και πιο δημοφιλή.

Πολλοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι περνάμε στις κοινωνίες του μετα-αλφαβητισμού όπου κυριαρχεί ο προφορικός λόγος. Ο γραπτός λόγος έχει όλο και μικρότερη σημασία για το πώς διαμορφώνεται η σκέψη μας στα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Κι αυτό, όπως τουλάχιστον λένε, θα έχει, ή καλύτερα ήδη έχει, συνέπειες. Γινόμαστε λιγότεροι έξυπνοι, κυριαρχούν τα κλισέ και τα στερεότυπα ενώ στην επικοινωνία μετράει όλο και περισσότερο το ποιος φωνάζει πιο πολύ και βγαίνει από πάνω. Η αύρα και η ατμόσφαιρα μετράνε περισσότερο από τη λογική ανάλυση ενώ γινόμαστε όλο και λιγότερο ικανοί να αντιμετωπίσουμε σύνθετες καταστάσεις.

Θα μπορούσαν άραγε όλα αυτά να αποτελέσουν μέρος της εξήγησης και για τη θλιβερή κατάσταση του δικού μας πολιτικού συστήματος; Ο πειρασμός είναι μεγάλος. Πώς αλλιώς όμως είναι δυνατόν να εξηγήσει κανείς το ότι κερδισμένα πολιτικά από την τραγωδία των Τεμπών βγαίνουν κόμματα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έχουν υποστηρίξει ότι υπάρχουν δεκάδες νεκροί που μας τους κρύβουν; Πώς λογής λογής θεωρίες οι οποίες στην καλύτερη περίπτωση, όταν δηλαδή δεν είναι θεωρίες συνωμοσίας, μένει να αποδειχθούν, αποτελούν βεβαιότητες για τόσους πολίτες πυροδοτώντας οργισμένες αντιδράσεις; Αλλά και γενικότερα πώς είναι δυνατόν να μπαίνει στη Βουλή κόμμα με αρχηγό έναν πολιτικό που πουλούσε επιστολές του Ιησού; Πώς είναι δυνατόν να βγαίνει πρώτη σε δημοφιλία πολιτικός η οποία μπήκε στη Βουλή μοιράζοντας καρδούλες, για να κάνει μετά την κοινοβουλευτική της ομάδα οικογενειακή υπόθεση;

Στην «συστημική» αντιπολίτευση απορούν γιατί παραμένουν στάσιμοι, γιατί τους υπερφαλαγγίζουν τα κόμματα των άκρων αλλά και γιατί με όλα αυτά που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα η Νέα Δημοκρατία και ο Μητσοτάκης εξακολουθούν να προηγούνται με διαφορά. Υποτιμούν δύο παράγοντες. Ο πρώτος ότι για μια μεγάλη μερίδα μετριοπαθών ψηφοφόρων η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από αυτή που η αντιπολίτευση περιγράφει. Η εικόνα μιας χώρας η οποία υποτίθεται ότι καταρρέει σε όλους τους τομείς, δεν είναι η πραγματική εικόνα της χώρας. Είναι ενδεχομένως η εικόνα που προβάλλουν τα πρωινάδικα όπου η αντιπολίτευση διαπρέπει, δεν διαμορφώνουν όμως όλοι την άποψη τους από αυτά. Και δεν χρειαζόταν για παράδειγμα να αναβαθμιστεί η οικονομία στην επενδυτική βαθμίδα ούτε να βγάλει η ΕΛΣΤΑΤ τα στοιχεία για την αύξηση των μισθών κατά 4,6% το 2024, για να καταλάβει κανείς ότι παρά τα προβλήματα, έχουν γίνει σημαντικά θετικά βήματα.

Ο δεύτερος εξ ίσου σημαντικός παράγοντας είναι ότι βλέπουν την κατάσταση στην αντιπολίτευση. Ωραία να φύγει ο Μητσοτάκης, τι μπορεί να πάρει τη θέση του; Το ΠΑΣΟΚ υπονόμευσε την αξιοπιστία του όχι μόνο συμπλέοντας με τη Ζωή, όπως παραδέχθηκε και ο Νίκος Παπανδρέου, αλλά συνολικά υιοθετώντας την αντιπολίτευση της καταγγελίας. Αντί να προσφέρει μια θετική διέξοδο με προτάσεις προσπαθεί απλώς να εκμεταλλευτεί την φθορά της κυβέρνησης. Το αποτέλεσμα όμως είναι να θεωρείται σήμερα το ίδιο ανέτοιμο να κυβερνήσει όπως και πριν τις τελευταίες εκλογές. Έστω κι έτσι ωστόσο να συνεργαστεί με ποιους; Έναν διαλυμένο Σύριζα που έχει πάψει και να προσποιείται ότι ενδιαφέρεται να αποκτήσει πολιτικές προτάσεις; Ή μήπως με την Πλεύση και τις ασυναρτησίες για το παράνομο χρέος; Αν γινόντουσαν αύριο εκλογές, όπως ζητούν, το μόνο βέβαιο είναι ότι η χώρα θα έμπαινε σε μια περίοδο αβεβαιότητας την οποία δεν αντέχει.

Θα αλλάξουν τα πράγματα ως το 2027; Κανείς δεν μπορεί να το προβλέψει ούτε μπορεί να αποκλείσει η σημερινή εικόνα στις δημοσκοπήσεις να αποτελεί απλώς μια ανωμαλία της στιγμής κάτω από το βάρος της συναισθηματικής φόρτισης για τα Τέμπη. Μπορεί μέσα στα δύο χρόνια που απομένουν το ΠΑΣΟΚ να επανασυνδεθεί με τον σοβαρό αξιόπιστο και μεταρρυθμιστικό εαυτό του. Να αποτελέσει με δυο λόγια εναλλακτική πρόταση εξουσίας όχι κόμμα διαμαρτυρίας. Αν όμως δεν το κάνει τότε η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων του μεσαίου χώρου θα οδηγηθούν στις κάλπες χωρίς να έχουν πραγματική δυνατότητα επιλογής. Μια ζωή έχουμε, δεν αντέχουμε δεύτερη…

Πηγή: protothema.gr

Back to top button
Our site uses cookies to improve your browsing experience and provide you with personalized content. By continuing to use our site, you agree to our cookie policy.