Γράφει ο Παντελής Καψής
Η στάση του φυσικά ήταν θεσμικά σωστή: τον πρώτο λόγο σε ένα τέτοιο θέμα τον έχει και πρέπει να τον έχει η κυβέρνηση. Το τελικό αποτέλεσμα ωστόσο βγήκε στραβά. Κατακρίνεται ο Μητσοτάκης επειδή επέλεξε έναν κομματικό υποψήφιο αλλά την ίδια στιγμή τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατεβάζουν το καθένα την δική του λίγο πολύ κομματική πρόταση. Δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε μια κοινή υποψηφιότητα παρότι μάλιστα μαθαίνουμε ότι είναι υπέρ της μετεκλογικής συνεργασίας για τον σχηματισμό «προοδευτικής» κυβέρνησης. Τι σόι συνεργασία θα είναι αυτή όταν δεν τα βρίσκουν ούτε στα απλά;
Και ο μεν Σύριζα ήταν από την αρχή υπέρ μιας τέτοιας σύγκλισης: ήταν η κεντρική του πρόταση στις εθνικές εκλογές. Τελευταία ωστόσο φαίνεται ότι προσχωρεί και το ΠΑΣΟΚ. Τόσο ο Ανδρουλάκης όσο και ο Γερουλάνος μας ενημέρωσαν ότι ο Σύριζα περιλαμβάνεται πλέον στο προοδευτικό μέτωπο. Και όχι μόνο αυτός: χωράνε ακόμα η Κωνσταντοπούλου, ο Βαρουφάκης και η Νέα Αριστερά! «Δεν χρειάζεται να συμφωνούν όλοι τυφλά» όπως είπε ο κ. Γερουλάνος. Αν αυτό ισχύει, και γιατί να μην τους πιστέψουμε, το προφανές ερώτημα είναι γιατί δεν μας το είχαν πει προεκλογικά όταν ο Σύριζα είχε κάνει την ίδια ακριβώς πρόταση συνεργασίας; Ίσως να ντρεπόντουσαν. Ή ίσως πάλι να ήθελαν να μεγαλώσουν λίγο για να μην τους καταπιεί ο Τσίπρας.
Το δεύτερο ερώτημα είναι τι μύγα τους τσίμπησε και το ανακοίνωσαν τώρα και με αυτό τον τρόπο. Σε μια περίοδο που όλοι μιλούσαν για την ωριμότητα του ΠΑΣΟΚ και τον ενωτικό τρόπο των εκλογών που έκανε για την ηγεσία, κατάφεραν να ανοίξουν ένα εσωκομματικό μέτωπο με κατηγορίες μάλιστα για «προσωπικές» απόψεις καθώς το θέμα δεν συζητήθηκε σε κανένα κομματικό όργανο. Ας μην απορούν αν τώρα αρχίσουν τα όργανα. Γιατί για ένα σημαντικό μέρος των υποστηριχτών του ΠΑΣΟΚ ο Σύριζα παραμένει το ίδιο τοξικός όπως και τον καιρό που ήταν κυβέρνηση.
Βέβαια εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει το άγχος του Ανδρουλάκη. Το βασικό του πρόβλημα είναι να κατοχυρώσει τη θέση του ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Δεν θέλει να αφήσει το παραμικρό περιθώριο στον Σύριζα να τον κατηγορεί ότι βλέπει προς τα δεξιά. Και ποιος καλύτερος τρόπος από το να γίνει ο επισπεύδων της συνεργασίας;
Έτσι θα έκανε κάθε συνδικαλιστής φοιτητικής συνέλευσης που σέβεται τον εαυτό του. Μόνο που υπάρχουν κάποια προβληματάκια. Το πρώτο είναι ότι ανοίγοντας με αυτό τον τρόπο μάλιστα, δηλαδή χωρίς καν προϋποθέσεις, το ζήτημα της συνεργασίας, στην πράξη ακυρώνει την κριτική που έκανε το ΠΑΣΟΚ στο Σύριζα όλα αυτά τα χρόνια. Δεν ξέρω αν ο Νίκος Παπανδρέου έχει δίκιο όταν λέει ότι το ΠΑΣΟΚ θα πάει στο 5% αν συνεργαστεί με τον Σύριζα. Το σίγουρο είναι ότι για το ΠΑΣΟΚ στο εξής θα είναι πολύ δύσκολο να αποφύγει έναν εναγκαλισμό που θα το οδηγεί στην ασφυξία. Τι σόι απήχηση μπορεί να έχει ένα συριζοπασόκ;
Στην πραγματικότητα όλα αυτά ξεκινούν από μια μεγάλη παρανόηση. Ο Ανδρουλάκης και τα ηγετικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ έχουν μπει σε έναν ανταγωνισμό με τον Σύριζα για το ποιο κόμμα κάνει την πιο δυναμική αντιπολίτευση στη Νέα Δημοκρατία. Ακόμα και ψυχολογικά σε ατομικό επίπεδο τρέμουν να μην τους πουν ότι κοιτάζουν προς τα δεξιά. Δεν καταλαβαίνουν ότι το κυρίως ζητούμενο είναι η αξιοπιστία. Τόσο για τις θέσεις και την πολιτική ταυτότητα του ΠΑΣΟΚ όσο και για τα πρόσωπα που θα τις υποστηρίξουν. Με την πρόταση για συνεργασία το μόνο που καταφέρνουν είναι να γκριζάρουν ακόμα περισσότερο τη φυσιογνωμία του. Και βέβαια να ανοίξουν έναν νέο κύκλο άγονων αντιπαραθέσεων: μπορούμε με βεβαιότητα να περιμένουμε ένα αλαλούμ τοποθετήσεων τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά. Όταν τείνεις το χέρι προς τον Πολάκη, την Κωνσταντοπούλου ή τον Βαρουφάκη, πας γυρεύοντας. Θα τα ακούσεις και από αυτούς αλλά και από τους δικούς σου. Και την ίδια ώρα η ΝΔ θα διασκεδάζει μιλώντας για το κόμμα της δραχμής.
Ο Ανδρουλάκης φαίνεται ότι κατάλαβε πού πήγε κι έμπλεξε και προσπάθησε να τα μαζέψει κάπως. Ίσως είναι αργά. Το τζίνι βγήκε από το μπουκάλι και θα χρειαστεί μεγάλη προσπάθεια να το περιορίσουν. Σίγουρα από τώρα και στο εξής και για μεγάλο διάστημα, κάθε στέλεχος του ΠΑΣΟΚ που θα βγαίνει στην τηλεόραση θα ερωτάται για τη συνεργασία. Φαντάζομαι και οι ίδιοι δεν θα το θέλουν.
Πηγή: protothema.gr