Γράφει ο Γιώργος Καρελιάς
Τι είναι αυτό που κάνει τον Κυριάκο Μητσοτάκη να εκνευρίζεται και να αποσυντονίζεται και να μη μπορεί να το κρύψει;
Μην είναι ο Αντώνης Σαμαράς που (του) λέει ότι κάνει (ο Μητσοτάκης) «υποκλίσεις» στον Ερντογάν; Μην είναι ο Κώστας Καραμανλής, που δεν είναι Σαμαράς και δεν λέει τέτοια και προσπαθεί (ο Μητσοτάκης) να τον διαχωρίσει από τον «έξαλλο» Μεσσήνιο;
Μην είναι ο «αναβαπτισμένος» Νίκος Ανδρουλάκης, που του λέει, με ολίγη από μικρομεγαλισμό, «θα σε βγάλω από το Μαξίμου» κι εκείνος του απαντά, δήθεν ευρηματικά αλλά με φανερό εκνευρισμό, «έλα με φόρα»;
Μην είναι τα ακροδεξιά κόμματα και κομματίδια, τα οποία υποδέχονται ένα καθόλου ευκαταφρόνητο υπερδεξιό κομμάτι ψηφοφόρων της ΝΔ, που δεν αντέχουν τους «κεντρώους» πειραματισμούς της ηγεσίας της;
Είναι όλα αυτά μαζί που «θυμώνουν» τον σημερινό πρωθυπουργό. Και τον κάνουν να αναζητεί αντίβαρα με λεκτικές ακροβασίες, όπως αυτό το άκρως αντιθεσμικό «δεν αναγνωρίζω» που εκστόμισε μέσα στη Βουλή για τον επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππά.
Όλα αυτά έχουν τη βάση τους σε εκείνο δύσκολο βράδυ της 9ης Ιουνίου, όταν άνοιξαν οι κάλπες και έδειξαν «ΝΔ 28,31%». Ήταν ένα σοκ, όπως και να το δούμε, από το οποίο ακόμη προσπαθούν να συνέλθουν ο κ. Μητσοτάκης και οι συν αυτώ.
Βεβαίως, η ανησυχία τους μετριάζεται από το γεγονός ότι δεν έχουν αντίπαλο που είναι σε θέση να θέσει σε αμφισβήτηση την πρωτιά τους: το ΠΑΣΟΚ έχει μεν αναθαρρήσει, έχει και δημοσκοπικό αέρα, αλλά είναι πολύ μακριά από το να δείξει ότι μπορεί να κάνει την ανατροπή. Και η ακροδεξιά, σπασμένη σε πολλά κομμάτια, δεν μπορεί να προσδοκά κάτι παραπάνω από την, υψηλή πάντως, εκλογική καταγραφή της.
Όμως, αυτά δεν καθησυχάζουν τον Μητσοτάκη και τους δικούς του όσο οι κυβερνητικές «επιδόσεις», που τόσο προβάλλονται από την φίλια προπαγάνδα, αδυνατούν να ξεκολλήσουν τα δημοσκοπικά νούμερα της ΝΔ από το ευρωεκλογικό ποσοστό της.
Αν αυτό συνεχιστεί-και οι προβλέψεις αυτό λένε, λόγω αντικειμενικών αδυναμιών της κυβερνητικής πολιτικής, ακρίβεια, κρίση στέγης κ.α- τότε ο κ. Μητσοτάκης θα κληθεί να αποδεχθεί κάτι όχι ευχάριστο γι αυτόν: η αυτοδυναμία του έχει λάβει τέλος και στην τρίτη κυβερνητική θητεία του θα έχει συνεταίρο, αν δεν του συμβεί κάτι χειρότερο(πχ να χάσει την πρωτιά, κάτι που ακόμη δεν είναι κάν ορατό από πουθενά).
Αυτές οι καθόλου ενθαρρυντικές προοπτικές είναι που εκνευρίζουν τον κ. Μητσοτάκη και όχι οι «κορώνες» του κ. Σαμαρά. Αν το 41% δεν είχε γίνει 28%, ο πρώην πρωθυπουργός δεν θα είχε «ξεσαλώσει» και, πάντως, ο νυν θα τον αντιμετώπιζε με το σύνηθες «ουδέν σχόλιον». Αν το 41% δεν είχε γίνει 28%, ο Μητσοτάκης δεν θα «θυμόταν» ότι ο Παππάς έχει καταδικαστεί και δεν θα έλεγε το ανεκδιήγητο «δεν τον αναγνωρίζω». Και, φυσικά, δεν θα έψεγε στον Σαμαρά ότι «χαριεντίζεται» με τον Παππά, επειδή αντάλλαξε χειραψία μαζί του σε μια εκδήλωση.
Όλα αυτά είναι αποτέλεσμα του 28%. Αυτό τα κάνει όλα. Ο κ. Μητσοτάκης και οι συν αυτώ δεν μπορούν να το αλλάξουν, διότι οι αιτίες είναι άλλες. Είναι αυτό που έχει πει Αμερικανός οικονομολόγος Τζον Κένεθ Γκαλπρέιθ: «Η οικονομική πραγματικότητα είναι, όπως πάντα, ένα σύμπλεγμα όπου το αποτέλεσμα γίνεται αιτία και η αιτία αποτέλεσμα»…
Πηγή: news247.gr