Γράφει ο Γρ. Νικολόπουλος
Τη στιγμή αυτή η Ελλάδα δανείζεται φθηνότερα στις διεθνείς κεφαλαιαγορές απ’ ό,τι οι ΗΠΑ
Η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου στη δευτερογενή αγορά είναι 3,31% μέχρι τη λήξη του, ενώ του αμερικανικού είναι 4,46%, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι διεθνείς επενδυτές προτιμούν να πάρουν ελληνικά δεκαετή ομόλογα απ’ ό,τι αμερικανικά.
Για το ρίσκο που αναλαμβάνουν, αν κρατήσουν τα ελληνικά ομόλογα μέχρι να λήξουν σε 10 χρόνια, απαιτούν απόδοση 3,31% ετησίως, ενώ για να κρατήσουν τα αντίστοιχα αμερικανικά θέλουν 4,46%. Οι ΗΠΑ θεωρούνται πιο ευάλωτη οικονομία από την ελληνική και αυτό είναι συνάρτηση αφενός της άγνωστης επίπτωσης που θα έχει στην αμερικανική οικονομία η οικονομική πολιτική του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και αφετέρου της δημοσιονομικής σταθερότητας που επιδεικνύει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Οι ΗΠΑ έχουν τεράστιο δημόσιο χρέος του οποίου η αποπληρωμή εξαρτάται από τις δημοσιονομικές εξελίξεις στις ΗΠΑ, οι οποίες προς το παρόν δεν μπορούν να εκτιμηθούν με ακρίβεια αφού η οικονομική πολιτική είναι ακόμη υπό διαμόρφωση.
Στην αποδυνάμωση των αμερικανικών ομολόγων παίζει ρόλο και η αστάθεια του δολαρίου, το οποίο χάνει διαρκώς έδαφος έναντι του ευρώ τους τελευταίους μήνες, τα υψηλότερα αμερικανικά επιτόκια από αυτά του ευρώ, αλλά και η ανασφάλεια σχετικά με τη δασμολογική πολιτική του αμερικανικού προστατευτισμού που θέτει σε αμφισβήτηση την ισχύ της αμερικανικής οικονομίας διεθνώς.
Κάποιο ρόλο ασφαλώς παίζουν και οι συστηματικές πωλήσεις αμερικανικών ομολόγων από την Κίνα, η οποία έχει μπει σε ένα πρόγραμμα μείωσης της έκθεσής της σε αμερικανικό χρέος.
Και ενώ οι ΗΠΑ και το δολάριο θεωρούνται ακόμη πυλώνας οικονομικής σταθερότητας και καταφύγιο ασφάλειας σε περιόδους κρίσεων, υπάρχει μια σταδιακή και σταθερή μείωση αυτής της αίσθησης εξαιτίας του οικονομικού δόγματος του νέου Αμερικανού προέδρου.
Από την άλλη πλευρά, σε ό,τι αφορά τη σύγκριση της ελληνικής οικονομίας με την οικονομία των ΗΠΑ, ας μην ξεχνάμε ότι η αμερικανική οικονομία μετά και την πρόσφατη υποβάθμισή της από τη Moody’s στην επενδυτική βαθμίδα Αa1 παραμένει πολύ υψηλότερα από τη βαθμίδα Baa3 στην οποία αναβάθμισε ο ίδιος οίκος αξιολόγησης την Ελλάδα. Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι μακροπρόθεσμα η Αμερική παραμένει πολύ ασφαλέστερη από την Ελλάδα και ότι οι αγορές αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε ένα ας πούμε «κομφούζιο».
Είναι φυσικά νωρίς για να εκτιμήσει κανείς πού θα καταλήξει αυτή η πολιτική, αν θα υπάρξουν συμφωνίες ευνοϊκές για τις ΗΠΑ με όλους τους εμπορικούς εταίρους τους – όσο κρατάνε οι διαπραγματεύσεις.
Οι διαπραγματεύσεις του Τραμπ είναι ιδιαίτερα σκληρές. Η μέθοδός του είναι να προκαλεί αναστάτωση -μέχρι και πανικό- στις αγορές ανακοινώνοντας υπερβολικά μέτρα εναντίον όλων προκειμένου να πιεστούν όλοι να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Οταν ξεκινήσουν οι δια πραγματεύσεις, η στάση του Τραμπ μαλακώνει και μετατρέπεται σε αισιοδοξία για μια θετική συμφωνία. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, όμως, η στάση του Αμερικανού προέδρου μεταβάλλεται ανάλογα με το πόσο θέλει να πιέσει τους εμπορικούς εταίρους και έτσι προκαλούνται μεγάλες διακυμάνσεις στις αγορές – κυρίως των ομολόγων.
Η αστάθεια αυτή που προέρχεται από την τακτική του Τραμπ οδηγεί σε υποχώρηση της ισοτιμίας του δολαρίου και μείωση της αξιοπιστίας της αμερικανικής οικονομίας διεθνώς. Προς το παρόν οι επιπτώσεις αυτές έχουν χαρακτήρα προσωρινών διακυμάνσεων, δεν είναι δηλαδή γενικευμένη η αίσθηση αναξιοπιστίας των ΗΠΑ. Η πορεία και η κατάληξη των διαπραγματεύσεων όμως θα κρίνουν το μέγεθος των αλλαγών στις παγκόσμιες νομισματικές ισορροπίες και στις κεφαλαιαγορές.
Οσο κρατάνε οι διαπραγματεύσεις και υπάρχουν διακυμάνσεις, υπάρχουν και ευκαιρίες μεγάλων κερδών, όπως και κίνδυνοι μεγάλων ζημιών. Η αγορά δεν είναι για μη επενδυτές που δεν είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν μεγάλα ρίσκα ή που δεν αντέχουν το ψυχολογικό βάρος μεγάλων αρνητικών διακυμάνσεων.
Πηγή: protothema.gr