Ανασχηματισμός λοιπόν

Γράφει η Φώφη Γιωτάκη

Όλες οι δημοσκοπήσεις του τελευταίου διαστήματος δείχνουν αναμφίβολα ότι οι αναποφάσιστοι κερδίζουν σταθερά έδαφος, ότι η «συμπεριφορά» των ψηφοφόρων διαρκώς αλλάζει κι ότι τα κόμματα έχουν μπροστά τους να λύσουν ένα από τα πιο δύσκολα σταυρόλεξα της ζωής τους
Η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει να προηγείται με διαφορά αλλά δεν καταφέρνει να ξεπεράσει και να αφήσει οριστικά πίσω της τα ποσοστά των ευρωεκλογών. Το δεύτερο κόμμα στις ευρωεκλογές του 2024, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετά από τις πρωτοφανείς συγκρούσεις και τις διαδοχικές διασπάσεις και τώρα κινείται μεταξύ της πέμπτης και έκτης θέσης στις δημοσκοπήσεις. Το ΠΑΣΟΚ που διαδέχθηκε την Κουμουνδούρου στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης παρότι ανέβηκε δημοσκοπικά μετά από τις ευρωεκλογές και τις εσωκομματικές κάλπες συνεχίζει «απτόητο» τον κατήφορο κι αρχίζει να συγκρούεται με τα πλέον άσχημα σενάρια. Στην τελευταία δημοσκόπηση της Interview για την εφημερίδα Political η καταγραφή της τάσης παραπέμπει σε μια είδηση ακόμη πιο δυσάρεστη για τη Χαριλάου Τρικούπη, τη στιγμή μάλιστα που ο Νίκος Ανδρουλάκης συνεχίζει τις χαμηλές πτήσεις στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία.

Στο συγκεκριμένο γκάλοπ και στην εκτίμηση εκλογικού αποτελέσματος η Νέα Δημοκρατία συγκεντρώνει 25,8%, την ώρα που στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου με 15,2%. Το ΠΑΣΟΚ περνά στην τρίτη θέση με 13,1%, ενώ συνεχίζει να δηλώνει ότι μπορεί να είναι το πρώτο κόμμα στις εκλογές του 2027 και ενώ με τις κινήσεις του στην σκακιέρα αδυνατεί να πείσει ότι έχει ακόμη πρόσβαση στο προσδοκώμενο άλμα. Η Ελληνική Λύση στην ίδι δημοσκόπηση συγκεντρώνει ένα 10%, το ΚΚΕ 9,6%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κατηφορίζει και σταματά στο 5%. Ακολουθεί η Φωνή Λογικής και η Νέα Αριστερά βλέπει να την προσπερνά το Κίνημα Δημοκρατίας.

Σε αυτήν την συγκυρία- στη μέση της κυβερνητικής θητείας και ενώ τα Τέμπη έχουν προκαλέσει μια ισχυρή τομή στον πολιτικό χρόνο- ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης είναι ένα καθοριστικό βήμα. Ο προηγούμενος έγινε από τον πρωθυπουργό τον Ιούλιο του 2024, όταν δήλωσε ότι πήρε το μήνυμα των ευρωεκλογών, αποφασίζοντας ταυτόχρονα κάποιες αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα που βάσει των δημοσκοπήσεων αποδεικνύεται ότι δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα. Ο τωρινός ανασχηματισμός έχει επίσης προαναγγελθεί αλλά είναι ακόμη άγνωστο αν μπορεί να αλλάξει με θεαματικό τρόπο το κλίμα, κάτι που θα επιχειρήσει η κυβέρνηση προς τις εθνικές κάλπες. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για έναν ανασχηματισμό, του οποίου το αποτύπωμα θα κριθεί μαζί με τη Νέα Δημοκρατία (συνολικά) στις κάλπες, εκτός κι αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέξει να μην είναι ο τελευταίος, δοκιμάζοντας νέες αλλαγές προσώπων στο υπουργικό συμβούλιο από το φθινόπωρο και μετά- πράγμα δύσκολο.

Ακόμη και κυβερνητικά στελέχη και μάλιστα βουλευτές, που περίμεναν με αγωνία όλες αυτές τις μέρες να λάβουν κλήση από το Μέγαρο Μαξίμου για να ετοιμάζονται για τα νέα τους καθήκοντα, ομολογούν ότι αυτός ο ανασχηματισμός για να πετύχει προϋποθέτει δύσκολες αποφάσεις από τον πρωθυπουργό και ίσως δυσάρεστες στο τέλος της ημέρας για εκείνους. Το ζήτημα δεν είναι να αλλάξουν απλώς κάποιοι υπουργοί και υφυπουργοί χαρτοφυλάκιο ή να μάθουν οι ψηφοφόροι σε κάποιες εκλογικές περιφέρειες ότι ο γαλάζιος βουλευτής τους επιτέλους βρήκε στασίδι σε κάποιο υφυπουργείο. Αυτό που ενδιαφέρει τους πολίτες είναι, αν πράγματι αυτή τη φορά το Μέγαρο Μαξίμου πήρε τα μηνύματα κι αν οι κινήσεις του στο παζλ των προσώπων μπορεί να οδηγήσουν τους κατάλληλους στις κατάλληλες θέσεις. Καταρχάς πρέπει να υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο, καθαροί στόχοι και πρόγραμμα υλοποίησης εντός χρονοδιαγραμμάτων. Οι πολιτικοί υπηρετούν τις πολιτικές και οι κυβερνήσεις κρίνονται θετικά ή αρνητικά, αναλόγως των επιδόσεών τους σε ένα πλάνο που οι ίδιες έχουν περιγράψει εκ των προτέρων.

Ένα άλλο κίνητρο δομικών και σαρωτικών ανασχηματισμών είναι (ή θα έπρεπε να είναι) η αξιοποίηση προσώπων ικανών αλλά και προσηλωμένων στο σχέδιο και στο να φέρουν αποτέλεσμα, ακόμη και χωρίς να υπολογίζουν το πολιτικό κόστος. Συνήθως βέβαια όταν ένας υπουργός και υφυπουργός φέρνει αποτέλεσμα τότε βλέπει και την προσπάθειά του να αναγνωρίζεται από τους πολίτες- ακόμη κι αν ψηφίζουν άλλο κόμμα. Η απλή εναλλαγή προσώπων δεν είναι η ικανή και αναγκαία συνθήκη για την προώθηση πολιτικών με τις βέλτιστες λύσεις στα προβλήματα των πολιτών. Η αξιοποίηση εξωκοινοβουλευτικών συγκεντρώνει όλο και περισσότερους οπαδούς, όταν όμως παράγουν έργο και ξεχωρίζουν ανάμεσα στους άλλους. Από την άλλη η αξιοποίηση βουλευτών από το κυβερνητικό κόμμα στην κυβέρνηση δεν μπορεί να γίνεται για να γίνεται! Αν δεν έχεις δυνατό πάγκο, οφείλεις να αναγνωρίσεις το πρόβλημα και να πας παρακάτω ή τέλος πάντων να αποκτήσεις εγκαίρως πλήρη εικόνα. Μια κυβέρνηση δείχνει ότι μπορεί να πάει παρακάτω όταν είναι ανοιχτή στα μηνύματα αλλά και όταν επιλέγει αποφασισμένους και κυρίως στοχοπροσηλωμένους-αφοσιωμένους παίκτες που κοιτάζουν να υπηρετήσουν τους ίδιους στόχους, παραμερίζοντας σε ένα βαθμό και τις προσωπικές τους φιλοδοξίες. Και ένα είναι σίγουρο: η κυβέρνηση έχει στην πραγματικότητα ελάχιστο χρόνο για να δείξει αν μπορεί να πείσει εκ νέου ευρύτερα κοινά.

Πηγή: protothema.gr

Back to top button
Our site uses cookies to improve your browsing experience and provide you with personalized content. By continuing to use our site, you agree to our cookie policy.