Γράφει ο Γ. Χ. Παπαγεωργίου
Οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές έχουν χαρακτηριστεί από πολλούς το πιο σημαντικό πολιτικό γεγονός των τελευταίων ετών όχι μόνο για τις ΗΠΑ, αλλά και για την Ευρώπη και τελικά για όλο τον πλανήτη
Η μάχη είναι αμφίρροπη, αλλά οι προβλέψεις, με βάση τις δημοσκοπήσεις, δίνουν ένα οριακό προβάδισμα στον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο, πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, έναντι της Κάμαλα Χάρις των Δημοκρατικών. Το ίδιο δείχνουν και οι αγορές, καθώς οι επενδυτές γέρνουν το τελευταίο διάστημα υπέρ της πιθανής εκλογής Τραμπ και τοποθετούν τα χρήματά τους ανάλογα.
Η εκλογή Τραμπ θα επέφερε δραματικές αλλαγές στις παγκόσμιες οικονομικές ισορροπίες, δεδομένου ότι ο πρώην πρόεδρος έχει εξαγγείλει ότι θα επιβάλει δασμούς 10%-20% σε όλες τις εισαγωγές, οι οποίοι θα φτάνουν έως το 60% για τα κινεζικά προϊόντα. Αν γίνει κάτι τέτοιο, οι συνέπειες θα είναι δραματικές για την Ευρώπη, καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες συνολικά εξάγουν στις ΗΠΑ περισσότερα αγαθά από εκείνα που εισάγουν και οι δασμοί θα αυξήσουν το κόστος των εξαγόμενων προϊόντων.
Αυτός είναι και ο στόχος των σχεδιασμών του Τραμπ, ο οποίος θέλει αφενός να μειώσει τις εισαγωγές και να ενισχύσει την αμερικανική παραγωγή και αφετέρου να αυξήσει τα κρατικά έσοδα για να μειώσει τους φόρους.
Οι δασμοί έχουν μακρά ιστορία παγκοσμίως και βέβαια στις ΗΠΑ, όπου εφαρμόστηκαν εκτεταμένα στο παρελθόν. Το πιο διάσημο παράδειγμα είναι ο νόμος Smoot – Hawley του 1930, που ανέβασε τους δασμούς στο 60% για να προστατευτεί η αμερικανική αγροτική παραγωγή εν μέσω της μεγάλης ύφεσης που ξέσπασε μετα το χρηματιστηριακό κραχ του 1929.
Αυτοί προκάλεσαν μια αλυσίδα αυξήσεων των δασμών από άλλες χώρες ως αντίποινα, οδήγησαν σε μείωση του διεθνούς εμπορίου κατά 66% μέσα σε πέντε χρόνια και σε κατάρρευση των ευρωπαϊκών εξαγωγών στις ΗΠΑ.
Οι ιστορικοί συμφωνούν ότι ο δασμολογικός πόλεμος φέρνει ύφεση και παροξύνει τις οικονομικές συγκρούσεις και τις γεωπολιτικές εντάσεις, ενώ πολλοί πιστεύουν ότι ο δασμολογικός – οικονομικός πόλεμος της δεκαετίας του 1930 ήταν μία από τις αιτίες που οδήγησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αυτός είναι και ο εφιάλτης των πολιτικών ηγεσιών και των οικονομολόγων σήμερα, καθώς τα σχέδια Τραμπ εμφανίζονται μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον εντάσεων, με τις ΗΠΑ να βρίσκονται ανοιχτά σε πολυεπίπεδη αντιπαράθεση με την Κίνα, η οποία έχει ξεκινήσει με τη λεγόμενη «οικονομική αποσύνδεση» από τη Χώρα του Δράκου και είναι άγνωστο πώς θα εξελιχθεί στη συνέχεια.
Η σημερινή περίοδος παρουσιάζει ανατριχιαστικές ομοιότητες με εκείνη που προηγήθηκε του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, γεγονός που υπογράμμισε και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ σε ομιλία της στην Ουάσινγκτον στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου, στην οποία εστίασε στον κατακερματισμό του διεθνούς εμπορίου που παρουσιάστηκε στη δεκαετία του 1920 και του 1930.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ είχε επισημάνει ότι το πιο ανησυχητικό κοινό στοιχείο ανάμεσα στις δύο δεκαετίες είναι ο κατακερματισμός του διεθνούς εμπορίου και έκανε λόγο για «οπισθοδρόμηση στην παγκόσμια εμπορική ολοκλήρωση». Οπως είχε σημειώσει, ο οικονομικός εθνικισμός είχε αυξηθεί στη δεκαετία του 1920 και ακολούθησε ταχεία αποδιάρθρωση της παγκοσμιοποίησης. Το παγκόσμιο εμπόριο είχε αυξηθεί στο 21% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 1913 χάρη στην παγκοσμιοποίηση που επήλθε πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά στη συνέχεια υποχώρησε και έπεσε στο 14% το 1929 και στο 9% το 1938. Οι δασμοί υπερτριπλασιάστηκαν στις ΗΠΑ και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1930 οι μέσοι δασμοί στα είδη διατροφής είχαν αυξηθεί σε 53% στη Γαλλία, 59,9% στην Αυστρία, 66% στην Ιταλία, 75% στη Γιουγκοσλαβία, πάνω από 80% στην Τσεχοσλοβακία, στη Γερμανία και την Ισπανία και πάνω από 100% στη Βουλγαρία, στη Φινλανδία και την Πολωνία.
Σήμερα, ο Τραμπ υπόσχεται με κραυγαλέο τρόπο μέτρα οικονομικού προστατευτισμού, αλλά η αλήθεια είναι ότι στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκαν, έστω πιο ήπια, και οι Δημοκρατικοί.
Ο Τζο Μπάιντεν δεν κατάργησε τους δασμούς που είχε επιβάλει το 2018 ο Τραμπ στην πρώτη του θητεία, ενώ και οι Δημοκρατικοί νομοθέτησαν το 2022 κρατικές επιδοτήσεις 300 δισ. δολαρίων σε επενδύσεις που γίνονται σε αμερικανικό έδαφος, κάτι που αποτελεί την επιτομή του προστατευτισμού.
Το πιθανότερο είναι ότι όποιος και αν κερδίσει στην προεδρική εκλογή στις ΗΠΑ, ο προστατευτισμός θα συνεχιστεί ενισχύοντας τον οικονομικό κατακερματισμό και τις διεθνείς εντάσεις, αλλά είναι μάλλον βέβαιο ότι με Ντόναλντ Τραμπ οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες. Σε ένα τέτοιο σενάριο η Ευρώπη, που ήδη βρίσκεται σε πολυεπίπεδη οικονομική κρίση, θα αντιμετωπίσει ένα μεγάλο πλήγμα στις εξαγωγές της, το οποίο θα λειτουργήσει υφεσιακά, ενώ από την άλλη πλευρά θα πρέπει να εξοικονομήσει αυξημένους πόρους για την άμυνα, για να καλύψει τα κενά που θα αφήσει η μειωμένη συμβολή των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ και στην πολεμική στήριξη της Ουκρανίας που έχει προαναγγείλει ο Τραμπ.
Το ενδεχόμενο ενός ανοιχτού οικονομικού πολέμου είναι σήμερα πιο πιθανό από ποτέ και τα σενάρια για τη συνέχεια είναι το ένα χειρότερο από το άλλο.
Μια νέα οικονομική κρίση στην Ευρώπη δείχνει αναπόφευκτη.
Πηγή: protothema.gr