Γράφει ο Δημήτρης Χριστόπουλος
Ο Ομπάμα πριν τον Σάντερς
Μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος των εκλογών ο Μπέρνι Σάντερς δήλωσε επιγραμματικά: «Δεν θα έπρεπε να προκαλεί μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι ένα Δημοκρατικό Κόμμα που έχει εγκαταλείψει την εργατική τάξη, διαπιστώνει τώρα ότι η εργατική τάξη το έχει εγκαταλείψει». Ωραία το συνόψισε αλλά το είχε ήδη κάνει και κάποιος πολύ πιο συστημικός από τον γερόλυκο γερουσιαστή της Αμερικανικής Αριστεράς του Βερμόντ. Τον Δεκέμβριο του 2018 ο Μπάρακ Ομπάμα, χωρίς τα δεσμά της αυτολογοκρισίας που επέβαλε ως τότε η Προεδρία, έλεγε:
«Όταν συζητάμε για την οικονομία, μέρος αυτού που συμβαίνει είναι ότι η παγκοσμιοποίηση, η συναίνεση γύρω από πράγματα όπως το ελεύθερο εμπόριο π.χ. δεν αντιμετωπίζει επαρκώς το γεγονός ότι –αν και σε αριθμούς, ο κόσμος τα πάει καλύτερα εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης, το διαδίκτυο, τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού– υπήρξαν άνθρωποι των οποίων τα μαγαζιά έκλεισαν και ξάφνου βρήκαν τους εαυτούς τους στη θέση του περιττού εργάτη. Κι απότομα βρεθήκαμε σε μια οικονομία όπου ο νικητής τα παίρνει όλα, κι ενώ το 1960 ο γενικός διευθυντής έβγαζε 10 φορές περισσότερο από τον τύπο στη γραμμή παραγωγής, τώρα ξαφνικά παίρνει 200 ή 300 φορές παραπάνω. […] Ε, λοιπόν αυτό δημιουργεί αγανάκτηση κι αντιφάσεις. Κι όταν σκέφτομαι μια εύλογη κριτική σε αυτό το consensus, του οποίου θεωρώ τον εαυτό μου μέρος και στο οποίο ακόμη πιστεύω, είναι ότι δεν προσαρμοστήκαμε γρήγορα αρκετά στο γεγονός ότι υπήρξαν άνθρωποι που έμειναν πίσω και ότι η αγανάκτηση θα μεγάλωνε, κι ότι όλες αυτές οι αλλαγές συνέβαινε πραγματικά γρήγορα και πώς έπρεπε να απευθυνθείς και να μιλήσεις σε αυτούς. Σε αυτό το περιβάλλον λοιπόν, λαμβάνουμε ένα διαφορετικό είδους πολιτικής. Πολιτικές που βασίζονται στο ότι “αυτός ο άνθρωπος δεν είναι σαν κι εμένα και πως αυτό πρέπει να είναι το δικό του λάθος”. Πολιτικές που βασίζονται σε έναν εθνικισμό που δεν είναι η περηφάνεια για τη χώρα σου, αλλά το μίσος για κάποιον στην άλλη άκρη του συνόρου. […] Μέρος αυτού που συμβαίνει είναι ότι όταν οι άνθρωποι νιώθουν πως απειλούνται, αντιδρούν. […] Και ιδιαιτέρως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο […] έχουμε αυτήν την περίοδο μεγάλης αυταρέσκειας τμήματος της Αμερικής και των αμερικανικών ελίτ που σκέφτονταν πως “τα καταλάβαμε όλα”. Θυμηθείτε πως έβγαιναν τότε βιβλία για το Τέλος της Ιστορίας. […] Ε, λοιπόν αυτό γύρισε να μας δαγκώσει».
Κι ο Ομπάμα λαϊκιστής μήπως; Ο όρος consensus παραπέμπει στη σύγκλιση αντιλήψεων μεταξύ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Παγκόσμιας Τράπεζας και της όποιας κυβέρνησης των ΗΠΑ στη βάση συστάσεων που κρίθηκαν απαραίτητες για την ανάπτυξη του λεγόμενου Παγκόσμιου Νότου και την ανάταξη του αναπτυγμένου κόσμου σε συνθήκες χρεοκοπίας και άλλων κρίσεων. Συζητάμε για το περιβόητο Washington Consensus, μήτρα της αυτορυθμιζόμενης οικονομικής παγκοσμιοποίησης, με αποκλειστική βάση την αντίληψη της αγοράς ως αποκλειστικού ρυθμιστή των πραγμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, προωθήθηκε ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων στην οικονομική πολιτική με συστάσεις καταρχάς σε αναπτυσσόμενες χώρες, κατεξοχήν τότε στη Λατινική Αμερική και στη συνέχεια σε όλον τον κόσμο. Αιχμή, βέβαια, εδώ το ελληνικό πρόγραμμα «διάσωσης» (2010-2018)…
Τα λόγια του Ομπάμα είναι ένα καλό μάθημα πολιτικής και ιστορίας για τις ξεθυμασμένες ευρωπαϊκές ελίτ που νομίζουν ότι η Άκρα Δεξιά καραδοκεί γιατί έρχονται μετανάστες και πρόσφυγες. Ποτέ η άνοδος της Άκρας Δεξιάς δεν έχει ως αιτία τις μετακινήσεις πληθυσμών. Το ανάποδο συμβαίνει συνήθως. Οι πολιτικές του ολοκληρωτισμού προκαλούν βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών. Κι αυτό ξεχάστηκε: ο κόσμος σήμερα νομίζει ότι η μετανάστευση γεννά τον φασισμό κι όχι το ανάποδο.
Ουσιαστικά τι παραδέχεται χωρίς περιστροφές ο Ομπάμα; Ότι έχει και αυτός και όλο το παγκόσμιο κατεστημένο ευθύνες που ο φασισμός ανεβαίνει. Η ιδεολογική ισχύς της Άκρας Δεξιάς λοιπόν –δεν συζητάμε μόνο για εκλογική νίκη– δεν έχει να κάνει μόνο με τη δική της θέση στην πολιτική γεωγραφία. Πρωτίστως σχετίζεται με το πού βρίσκεται το κέντρο. Αν το κέντρο είναι δεξιά, η Άκρα Δεξιά είναι πολύ πιο άκρο. Kάπως έτσι, the far right is not that far.
Όχι άλλο «σύστημα»
Ο κόσμος δεν αντέχει άλλο «σύστημα». Ό,τι φαντάζει εκτός συστήματος θα το πάρει: Τραμπ, Μπολσονάρο, Μελόνι και η λίστα μόλις ξεκινάει. Μήπως ο κατεξοχήν συστημικός με όρους παγκοσμίου καπιταλισμού έκπτωτος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Στ. Κασσελάκης γι’ αυτό δεν εκλέχθηκε; Τι κι αν δεν ξέρει τίποτε από πολιτική; Αρκεί ότι είναι από «έξω» από το σύστημα της κομματικής γραφειοκρατίας. Το μήνυμα είναι «απέξω νάναι κι ό,τι να ’ναι».
Αυτή η διαρκής διολίσθηση έρχεται σταδιακά και ανεπαίσθητα κι επομένως με κάποιον τρόπο συνηθίζεται ευκολότερα. Πλέον δεν γίνονται πραξικοπήματα στον αναπτυγμένο κόσμο, αν και όσα έγιναν στο Καπιτώλιο την 6η Γενάρη του 2019 όταν ο Τραμπ είχε χάσει τις εκλογές από τον Μπάιντεν δεν προσφέρονται για εφησυχασμό.
Ο εκφυλισμός είναι η πορεία που τόσο ωραία έθεσε ο Μάνος Χατζηδάκις: «Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι αρχίζει να του μοιάζει». Κάπως έτσι δεν συμβαίνει συστηματικά εδώ και περίπου 25 χρόνια στην Ευρώπη; Στην αρχή ο Μπερλουσκόνι ήταν κάτι το εξωτικά γραφικό και νοσηρό συνάμα. Μετά όμως έγινε καθώς πρέπει μέλος της κεντροδεξιάς οικογένειας. Μήπως ο Όρμπαν; Αυτός που είναι και πιο συγκροτημένος πολιτικά το είχε πει σε έναν φοβερό του λόγο ήδη το 2014: «Το ’89 λέγαμε πώς θα μοιάσουμε στην Ευρώπη, εφεξής αυτή θα λέει πώς θα μοιάσει σε μας». Προφήτης ο Ούγγρος πρωθυπουργός… Μετά το 2016, η (αντι)μεταναστευτική του ατζέντα της δακτυλοδεικτούμενης Ομάδας του Βίζενγραντ έχει γίνει πλέον mainstream για όλη την ΕΕ και κυρίως για τον Ευρωπαϊκό Νότο, με αιχμή την Ελλάδα.
Άκουγα προχθές πάλι από έγκυρα χείλια πως «άλλο η Μελόνι, άλλο η AfD της Γερμανίας». Σύμφωνοι, με μια όμως ζωτική αίρεση: και η Μελόνι, πριν γίνει πρωθυπουργός, αυτά που υποστηρίζει η AfD έλεγε. Μετά την εκλογή της καθεστωτοποιήθηκε κάπως και προσέχει. Το ευρωπαϊκό κατεστημένο μπορεί και εξημερώνει. Όχι όμως χωρίς κόστος καθώς η Άκρα Δεξιά ηγεμονεύει πλέον στους πολέμους μνήμης που διεξάγονται στην ήπειρο και φυσικά στην ατζέντα για το μεταναστευτικό που έχουν κερδίσει τελείως. Όπως το 1970 ή 1980 όλοι υπολόγιζαν την Αριστερά και καθόριζαν την πολιτική τους άμεσα και έμμεσα και με βάση αυτό, έτσι σήμερα συμβαίνει με τους μετα-φασίστες. Η υποταγή ή ο εθισμός σε μια τέτοια συνύπαρξη, η συνδιαλλαγή μαζί της προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης του αντιφασιστικού συμβολαίου που έφτιαξε την ευρωπαϊκή υπόθεση μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου.
Καπιταλισμός και δημοκρατία συμβαδίζουν; Δεν είναι δεδομένο
Εν κατακλείδι, μια κολοσσιαία πλάνη επιβιώνει στον κόσμο σήμερα: η πεποίθηση ότι καπιταλισμός και δημοκρατία πάνε μαζί. Αυτή η υποτιθέμενη ιστορική παγίωση είναι παντελώς αβάσιμη. Αν ιστορικοποιήσουμε κάπως τη συγκυρία, αυτό που θα δούμε είναι πως ναι μεν ο καπιταλισμός υπήρξε ο μόνος τρόπος παραγωγής ως σήμερα που άντεξε τη δημοκρατία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι την άντεχε πάντα, ούτε φυσικά πως είναι προδικασμένο ότι κάτι τέτοιο θα συνεχίζει άνευ άλλου τινός στον αυτόματο πιλότο της ιστορίας. Ούτε συνυφασμένα είναι αυτά τα δύο ούτε αναγκαία συμπληρωματικά.
Ο δημοκρατικός μαρασμός σταδιακά οδηγεί στην απίσχνανση όλων των θεσμικών αντιβάρων: την αδρανοποίηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου, τη χειραγώγηση της δικαιοσύνης και των ανεξαρτήτων αρχών. Η στροφή προς μια αυταρχική διακυβέρνηση που έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας ανελεύθερης δημοκρατίας, προϊόντος της λαϊκής βούλησης δεν είναι απλώς ένα πιθανό σενάριο. Είναι αυτό ακριβώς που συμβαίνει στο δυτικό κόσμο σήμερα, έναν κόσμο του οποίου οι ελίτ «στην αυταρέσκειά τους» (Ομπάμα) δεν δίνουν δεκάρα για τη φτώχεια και την ανισότητα που θεωρούν «φυσική κατάσταση» (Κ. Μητσοτάκης).
Ο κόσμος λοιπόν δεν τρελάθηκε και προτιμά το «νοσηρό» από το «υγιές». Απλώς το κάποτε σχετικά υγιές εδώ και πολλά χρόνια έχει κακοφορμίσει και δεν πείθει με τίποτε. Εν κατακλείδι: εδώ και αρκετό καιρό ακροδεξιές και φασίζουσες αντιλήψεις βρίσκουν ευήκοα ώτα στις κοινωνίες μας. Και φυσικά γι’ αυτό δεν ευθύνεται ο «δικαιωματισμός» των Κάμαλα Χάρις και λοιπών. Ευθύνεται (ανάμεσα σε άλλα φυσικά) ότι λόγος για δικαιώματα χωρίς ταξικό πρόσημο και πρόνοια για κοινωνική δικαιοσύνη και την ευημερία των ανθρώπων είναι κουτσό άλογο.
«E, λοιπόν αυτό γύρισε να μας δαγκώσει», όπως ωραία το είπε ο Ομπάμα. Απέναντι στην κτηνώδη ορμή του, αν κάτι είναι σίγουρο είναι πως η απάντηση σίγουρα δεν βρίσκεται στις πολιτικές που το βοήθησαν να εδραιωθεί. Διά της ατόπου, θα καταφέρουμε να βρούμε τον τρόπο. Ούτε εύκολο θα είναι, ούτε γρήγορο. Έχουμε όμως χρέος να γίνει.
Πηγή: news247.gr