Γέροι 15 ετών

Γράφει ο Κοσμάς Βίδος

Σε πρόσφατο ταξίδι στη Σικελία, βρέθηκα να ανεβαίνω μαζί με δεκάδες τουρίστες σε έναν από τους κρατήρες της Αίτνας. Τοπίο σεληνιακό, με γκρίζες και μαύρες πέτρες και αυτή την ύπουλη ηφαιστειακή άμμο που μπαίνει παντού – ακόμα προσπαθώ να τη βγάλω από τα παπούτσια μου.

Μπροστά μου ένας δεκαπεντάχρονος με τους γονείς του. Ο μπαμπάς και η μαμά ενθουσιασμένοι, όπως και εγώ. Ο έφηβος, με το βλέμμα καρφωμένο στην οθόνη του κινητού του. «Κοντεύουμε;» ρωτάει. Η μαμά επιμένει: «Κοίτα γύρω σου! Δεν είναι απίστευτο;».

Το παιδί ρίχνει ένα φευγαλέο βλέμμα και, σαν να περπατά σε ανήφορο των Τουρκοβουνίων, αποφαίνεται: «Μπα, είναι πολύ βαρετά». Βυθίζεται ξανά στην οθόνη του. Αν πήγαινες αυτό το αγόρι στο Λούβρο, μπροστά στη Μόνα Λίζα, θα αναφωνούσε πιθανώς «meh!» – το επιφώνημα που εκφράζει πλήξη και αδιαφορία.

Αν το έστελνες στον Αρη, δεν θα έβρισκε τίποτε ενδιαφέρον έξω από το παράθυρο του διαστημοπλοίου. Μεγαλώνει και αυτό, μαζί με όλη τη γενιά του, μέσα στην υπερπληροφόρηση, στην άμεση ικανοποίηση, στη λογική τού «βαριέμαι τα πάντα εκτός αν είναι TikTok οκτώ δευτερολέπτων».

Μιλάμε για μια γενιά που έχει πρόωρο γήρας, που, ακόμα χειρότερα, δεν έχει σφυγμό. Προσπαθώ να αποφεύγω τις γενικεύσεις – προφανώς και υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις, παιδιά με πάθος, περιέργεια, ενέργεια – αλλά όλο και πιο συχνά παρατηρώ το φαινόμενο: Εφήβους που γεννήθηκαν κουρασμένοι, που βιώνουν μια πρώιμη κόπωση ζωής, που ζουν μόνο μέσα από το WiFi του smartphone τους.

Και οι γονείς; Αυτοί μεγαλώνουν έναν νευρωτικό και αγέλαστο γέρο 15 ετών, που δεν του αρέσει τίποτα, που δεν αντέχει τίποτα, που δεν εκτιμά τίποτα. Αυτός είναι ο σύγχρονος κόσμος, ένα σύστημα που αντικατέστησε τις εμπειρίες με το σκρολάρισμα στα social media και το gaming με avatars. Αλλά και που φόρτωσε τα παιδιά με δραστηριότητες οι οποίες και τα κουράζουν και τους στερούν την αίσθηση του «βαριέμαι» – του διαλείμματος που επιτρέπει στο μυαλό να αποφορτιστεί και να φορτιστεί εκ νέου – που λειτουργεί ως κινητήρια δύναμη της δημιουργικότητας.

Επιστήμονες που μελέτησαν την «iGen» (τη γενιά εκείνων που γεννήθηκαν από το 1995 και μετά), επισημαίνουν ότι τα επίπεδα ευχαρίστησης και ενθουσιασμού για τον πραγματικό κόσμο μειώνονται δραματικά όσο αυξάνεται η έκθεση στα social media. Τα παιδιά πλέον έχουν δει τα πάντα χωρίς να έχουν ζήσει τίποτα. Υπάρχουν μέσα από την εικόνα τους, χωρίς να τα συγκινεί καμία από τις εικόνες που τα περιστοιχίζουν.

Η ζωή, όμως, δεν είναι διαδικτυακό story με φίλτρα και με virtual reality. Είναι μια ανηφόρα με ηφαιστειακή σκόνη που καλείσαι, όχι απλώς να την ανεβείς, αλλά και να την απολαύσεις. Εχοντας τα μάτια ορθάνοιχτα στον θαυμαστό κόσμο που σε περιβάλλει, ώστε – νεαρέ συνοδοιπόρε στα μονοπάτια της Αίτνας – να καταλάβεις πως δεν είναι όλα ανάξια λόγου.

Με άλλα λόγια, αν βαριέσαι και την Αίτνα (την οποία είχες την τύχη να περπατήσεις), τότε δεν είναι η Αίτνα το πρόβλημα. Θα ήθελα να του είχα πει αυτά τα λόγια όταν τον έβλεπα να σέρνεται δίπλα μου βαρύς και άκεφος. Ενας έφηβος που θα έπρεπε, σαν το ηφαίστειο, να κοχλάζει από ενέργεια. Ομως, το μόνο ηφαίστειο της βόλτας μου παρέμεινε η Αίτνα.

Πηγή: tovima.gr

Back to top button
Our site uses cookies to improve your browsing experience and provide you with personalized content. By continuing to use our site, you agree to our cookie policy.