Η δύσκολη εξίσωση της Αθήνας

Γράφει ο Γιάννης Καρτάλης

Δεν θέλει και πολλή σκέψη για να αντιληφθεί κανείς ότι η πολυσυζητημένη επίσκεψη Τραμπ στη Μέση Ανατολή ήλθε να προστεθεί στο σκηνικό της γενικότερης ανατροπής των πάντων που επιδιώκει ο νέος αμερικανός πρόεδρος, όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας του αλλά και διεθνώς.

Γεγονός που, όπως φαίνεται, διέγνωσε άμεσα ο γνωστός για τις αυταρχικές πεποιθήσεις του Ταγίπ Ερντογάν στην προσπάθειά του να απαλλαγεί από τις επικρίσεις για την αντιδημοκρατική συμπεριφορά του στο εσωτερικό της Τουρκίας, με κορυφαία την τελευταία απαράδεκτη ενέργεια της φυλάκισης του ισχυρότερου πολιτικού του αντιπάλου, δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου.

Ηταν άλλωστε ο Τραμπ αυτός που εξήρε με πολύ θερμά λόγια την προσωπικότητα του Ερντογάν, δίνοντάς του τώρα την ευκαιρία να αναλάβει την πρωτοβουλία για μια άμεση παρέμβαση στα τεκταινόμενα στη Μέση Ανατολή. Αναβαθμίζοντας έτσι τον διεθνή ρόλο της Αγκυρας και εξασφαλίζοντας την πολύτιμη σιωπή για όλα τα υπόλοιπα.

Υπό το πρίσμα αυτό δεν είναι λοιπόν περίεργο που ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ βρήκε την ευκαιρία να ξεπεράσει ακόμη και τον Τραμπ στον θαυμασμό του για τον Ερντογάν, δηλώνοντας ότι «είναι ένας εκπληκτικός ηγέτης εντός του ΝΑΤΟ και χαίρει πραγματικού σεβασμού από τους συναδέλφους του». Και σαν μην έφθαναν όλα αυτά τα ωραία, μπήκε αμέσως στο ψητό ενθαρρύνοντας την πώληση των επίμαχων Eurofighters στην Αγκυρα.

Ενώ και το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας ανακοίνωσε την πώληση αμυντικού εξοπλισμού στην Τουρκία, ύψους άνω των 300 εκατομμυρίων δολαρίων. Προκαλώντας έτσι τις εύλογες ανησυχίες της Αθήνας, που εξέφρασε άλλωστε κατά τις επισκέψεις του στη Ρώμη και στο Βερολίνο ο Κ. Μητσοτάκης.

Τη στιγμή μάλιστα που ο ελληνοτουρκικός διάλογος φαίνεται να καρκινοβατεί, καθώς στην τελευταία συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Αττάλεια δεν συμφωνήθηκε και πάλι η ημερομηνία για τη νέα συνάντηση των δύο πρωθυπουργών, που εκκρεμεί εδώ και καιρό. Θέτοντας το καίριο ερώτημα για το πώς η Αθήνα πρέπει από εδώ και πέρα να χειριστεί το αιώνιο πρόβλημα των άλυτων εδώ και 50 χρόνια ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Διότι, όπως φαίνεται, δεν αρκεί η συντήρηση ενός διαλόγου, έστω και χωρίς αποτελέσματα, απλώς για την εξασφάλιση ενός ήρεμου κλίματος, τη στιγμή που η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη τη γνωστή γεωπολιτική της θέση, ενισχύει συνεχώς όχι μόνο τον ηγετικό περιφερειακό της ρόλο, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία, αλλά και εξασφαλίζει λόγω αυτού τους επαναλαμβανόμενους επαίνους των σημερινών ισχυρών ηγετών (και όχι μόνο του Τραμπ), που ελάχιστο ενδιαφέρον δείχνουν για την επίλυση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων μπροστά στα άλλα τεράστια προβλήματα της περιοχής, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή.

Γι’ αυτό άλλωστε και η Αγκυρα έχει θέσει σε δεύτερη μοίρα τα ελληνοτουρκικά προβλήματα, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν. Ετσι, μέσα στο γενικότερο σκηνικό της ανατροπής των πάντων, που έφερε κυρίως η άνοδος του Τραμπ στην εξουσία, θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η ατελέσφορη, όπως αποδεικνύεται, τώρα αντιμέτωπιση της Τουρκίας του Ερντογάν από την Ελλάδα. Και αυτό είναι που θα πρέπει να εξετάσει με προσοχή η ελληνική κυβέρνηση.

Πηγή: tovima.gr

Back to top button
Our site uses cookies to improve your browsing experience and provide you with personalized content. By continuing to use our site, you agree to our cookie policy.