Γράφει ο Γιώργος Παπαχρήστος
Η δημοσιοποίηση των δηλώσεων «πόθεν έσχες» των πολιτικών στις αρχές της εβδομάδας έδωσε μεν τροφή σε παραπολιτικές στήλες και σκανδαλοθηρικές εφημερίδες, αλλά δεν έδωσε ουσιαστικές απαντήσεις σχετικά με την οικονομική κατάσταση του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Αριστοτεχνικά συμπληρωμένες όλες οι δηλώσεις, κάτω από την καθοδήγηση ειδικών, φοροτεχνικών και νομικών, παρουσίασαν μια εικόνα που απέχει παρασάγγας από την αλήθεια. Με καλά κρυμμένα μυστικά, ακόμα καλύτερα επεξεργασμένες αναφορές και εντυπωσιακής σύλληψης καταγραφές, οι δηλώσεις ουσιαστικά συναγωνίστηκαν η μία την άλλη στην προσπάθεια να απαλλάξουν τους υποβάλλοντες τις δηλώσεις από κάθε υπόνοια ή και σκιά περί την απόκτηση του πλούτου που εμφανίζουν. Παρά το γεγονός ότι οι απολαβές ενός πολιτικού είναι πλέον «κουκιά μετρημένα», και ο πλούτος δύσκολο να δικαιολογηθεί από αυτές, οι ευρηματικές συμπληρώσεις των δηλώσεων δημιούργησαν την αίσθηση πως όλα όσα ακούγονται για τους πολιτικούς δεν είναι παρά μια γενικευμένη απόπειρα να απαξιωθεί ο πολιτικός κόσμος, κατασυκοφαντούμενος.
Για όλα, και ειδικότερα για το υπερβάλλον της βουλευτικής αποζημίωσης εισόδημα, υπάρχει πάντα μια, κατά το μάλλον ή ήττον, αληθοφανής εξήγηση. Τόσο ισχυρή, δε, ώστε να μη δημιουργεί «ενδιαφέρον» στον μοναδικό ελεγκτικό μηχανισμό που υπάρχει σχετικά με τα «πόθεν έσχες» των πολιτικών, και ο οποίος είναι μια μεικτή επιτροπή της Βουλής, της οποίας προεδρεύει ένας εκ των αντιπροέδρων της και αποτελείται από βουλευτές και δικαστικούς.
Κι αν κάποια στιγμή υπάρξει κάποιο «ατύχημα», κατά τη δειγματοληπτική εξέταση των δηλώσεων του «πόθεν έσχες» από τη συγκεκριμένη επιτροπή, η διαδικασία που ακολουθείται είναι εντελώς διαφορετική από αυτήν των υπόλοιπων υποχρέων υποβολής σχετικών δηλώσεων: ο/η ατυχήσας/ατυχήσασα καλείται να διορθώσει τα κακώς κείμενα, κάτω από συνθήκες απόλυτης μυστικότητας, και όταν το πράξει, όλα καλά κι όλα ωραία. Η «περιπέτεια» ανήκει στο παρελθόν και δεν υπάρχει περίπτωση να καταγραφεί κάπου η περίπτωσή του/της, ώστε να «τσεκαριστεί» και πάλι στο μέλλον, για να πιστοποιηθεί ότι συνεμορφώθη.
Η πρακτική αυτή δεν είναι καινούργια, ούτε μοναδική. Εφαρμόζεται ακόμη και σε περιόδους έντονης πολιτικής αντιπαλότητας, και αποτελεί μια διαχρονική σιωπηρή συμφωνία μεταξύ των μεγάλων κομμάτων, η οποία δεν έσπασε παρά ελάχιστες φορές και για κραυγαλέες περιπτώσεις, όπως λ.χ. του Α. Τσοχατζόπουλου.
Η περίπτωση Τσοχατζόπουλου όμως είναι χαρακτηριστική. Είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος. Είναι η απόδειξη ότι όταν η επιτροπή ελέγχου των «πόθεν έσχες» της Βουλής θέλει πραγματικά να κάνει τη δουλειά της, φέρνει αποτελέσματα. Δικαιολογεί τους λόγους για τους οποίους υφίσταται. Το δυστύχημα είναι ότι η περίπτωση Τσοχατζόπουλου είναι μια σπάνια περίπτωση για τα κοινοβουλευτικά χρονικά.
Και θα συνεχίσει να είναι όσο δεν αλλάζει το καθεστώς που διέπει τις δηλώσεις του «πόθεν έσχες». Οσο παραμένει στο ίδιο πλαίσιο, θα συνεχίζεται αυτό το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι, με ζητούμενο την αλήθεια και τη διαφάνεια.
Από το 1964, όταν καθιέρωσε τον θεσμό ο Γεώργιος Παπανδρέου, μία μόνο φωνή υπήρξε στη διάρκεια αυτών των 60 χρόνων που έθεσε το ζήτημα στις πραγματικές του διαστάσεις. Ηταν του πρώην προέδρου της Βουλής Απόστολου Κακλαμάνη, ο οποίος απηυδισμένος από αυτό που συμβαίνει κάθε χρόνο, με τις δηλώσεις των 300 της Βουλής, ζήτησε να θεσμοθετηθεί το «πόθεν». Ητοι η υποχρέωση του πολιτικού να δηλώνει με το που θα λάβει την απόφαση να εισέλθει στον πολιτικό στίβο την πραγματική περιουσιακή του κατάσταση και το από πού αυτή προέρχεται. Ο κ. Κακλαμάνης, πολύπειρος πολιτικός και με μια επιμονή στα όρια της εμμονής για τη διαφάνεια και την απαλλαγή της πολιτικής από διεφθαρμένους πολιτικούς, ουσιαστικά τι ζητούσε; Να γνωρίζει ο πολίτης αν ο πολιτικός που φιλοδοξεί να τον εκπροσωπήσει είναι ένας έντιμος που επιδιώκει να ασχοληθεί με τα κοινά για να προσφέρει στον τόπο και όχι κάποιος που βλέπει την πολιτική ως μέσον πλουτισμού.
Παρά τις επανειλημμένες αναφορές του, καμία κυβέρνηση δεν υιοθέτησε ποτέ το αίτημά του. Ο θεσμός των δηλώσεων του «πόθεν έσχες» παρέμεινε – με μικροβελτιώσεις είναι αλήθεια στη διάρκεια των δεκαετιών – όπως αρχικά είχε θεσμοθετηθεί. Και η ανεπάρκεια ή η ανυπαρξία ουσιαστικών ελέγχων συνέβαλε καθοριστικά σε ένα «αποτέλεσμα»: να είναι σπάνιες οι περιπτώσεις πολιτικών –πραγματικά δακτυλοδεικτούμενοι – που εγκαταλείπουν την πολιτική φτωχότεροι από τότε που εισήλθαν σε αυτήν.
Αντιθέτως, ένα πλήθος άλλων πείθει πως όσο θα συνεχίζεται αυτό το νόθο καθεστώς, σε συνδυασμό και με την άρνηση πολλών κυβερνήσεων (όχι μόνο της σημερινής) για πλήρη αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος και την κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, η καχυποψία θα σφραγίζει κάθε χρόνο τη δημοσιοποίηση των δηλώσεων «πόθεν έσχες». Κι αυτό δεν είναι προς το συμφέρον ούτε της πολιτικής ούτε αυτών που την υπηρετούν…
Πηγή: tovima.gr
