Μετά τη Θεσσαλονίκη

Γράφει ο Αντώνης Καρακούσης

Τα σήματα και τα μηνύματα που λαμβάνει η κυβέρνηση από τις έρευνες των διαθέσεων της κοινής γνώμης δεν είναι τα καλύτερα. Ακόμη και η πολυδιαφημισμένη μείωση των φόρων της Θεσσαλονίκης σχεδόν ουδέν απέδωσε.

Επειτα από σχεδόν επτά έτη ατελούς νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης οι πολίτες δεν συγκινούνται πια ούτε από φορομειώσεις ούτε από παροχές. Δεν τις αρνούνται, μπορεί ακόμη και να τις καλοδέχονται, αλλά δεν αλλάζουν εκτίμηση για τις επιδόσεις και τις δυνατότητες της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη.

Η εμπιστοσύνη απέναντί της έχει καταρρεύσει και επίσης οι προσδοκίες που συνόδευαν τον Πρωθυπουργό όλα τα προηγούμενα χρόνια έχουν απομειωθεί δραματικά, περιοριζόμενες σε μια στενή κομματική και αστική ζώνη θερμών υποστηρικτών.

Στις ευρύτερες λαϊκές ζώνες, περισσεύουν η άρνηση και η αποδοκιμασία. Οι πολίτες στην πλειονότητά τους δεν ζυγώνουν τα κυβερνητικά στελέχη, δεν θέλουν να ακούσουν τις όποιες δικαιολογίες και υποσχέσεις, παρά αποστρέφουν την κεφαλή στο προσπέρασμά τους. Ενας συνδυασμός παραγόντων και συνθηκών, από τα πολλά φαινόμενα διαφθοράς και τις ακόμη περισσότερες προσπάθειες συγκάλυψης μέχρι τα επαναλαμβανόμενα κύματα ακρίβειας, εισοδηματικής καχεξίας και περιορισμένων ευκαιριών, έχει καταστήσει τη λαϊκή πλειοψηφία καχύποπτη και αρνητική απέναντι στην κυβέρνηση και στους εκπροσώπους της.

Είναι σαν να έχει κοπεί το νήμα επαφής και σύνδεσης με τον λαό, σαν η κυβέρνηση να έχει εισέλθει σε έναν κύκλο ανεπίστρεπτης φθοράς και διαρκούς υποχώρησης. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο στην πατρίδα μας. Τα επτά χρόνια διακυβέρνησης είναι πολλά για τους Ελληνες. Δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν επτά στους δέκα υιοθετούν το αίτημα της πολιτικής αλλαγής, χωρίς αυτή να είναι καν προσδιορισμένη.

Ο κ. Μητσοτάκης γνωρίζει τα δεδομένα. Αντιλαμβάνεται ότι τα μηνύματά του δεν πείθουν, δεν ενθουσιάζουν, ούτε κινητοποιούν την ελληνική κοινωνία. Και γνωρίζει επιπλέον ότι η κρίση εμπιστοσύνης προσωποποιείται, αφορά τον ίδιο πια και τείνει να επικρατήσει ακόμη και στο κόμμα του.

Είναι αλήθεια ωστόσο ότι το παλεύει. Κάνει απέλπιδες προσπάθειες να ελέγξει τη φθορά, παραμένει κινητικός και δραστήριος, προσπαθεί να τονώσει το λαϊκό προφίλ του, αλλά προδίδεται από το υπεροπτικό και άκαμπτο ύφος του.

Κακά τα ψέματα, ο κ. Μητσοτάκης σώζεται από την αδυναμία και την ανυποληψία των συνδιεκδικητών της εξουσίας. Οι ίδιες έρευνες των διαθέσεων της κοινής γνώμης που αναδεικνύουν την κυβερνητική αναξιοπιστία και φθορά, αποδίδουν στον ίδιο και χειρότερο βαθμό την αντιπολιτευτική φτώχεια. Οι πολλές δυνάμεις της εθνικιστικής Δεξιάς, της λαϊκής Αριστεράς και της συστημικής Κεντροαριστεράς, δεν δύνανται με την παρούσα σύνθεση και ηγεσία να συνεγείρουν τη λαϊκή πλειοψηφία και να διεκδικήσουν με αξιώσεις την εξουσία.

Το ΠαΣοΚ είναι εδώ και χρόνια πληγωμένο και αδύναμο. Στη συνείδηση των πολιτών είναι καταχωρημένο ως συμπληρωματική της Νέας Δημοκρατίας δύναμη, όπως επιβεβαιώνουν τα τυχοδιωκτικά άλματα ακόμη πρώην διεκδικητών της ηγεσίας του. Και ο Αλέξης Τσίπρας επίσης που προετοιμάζεται να επανέλθει στην κεντρική πολιτική σκηνή φέρει τα νωπά ακόμη βάρη της πρώτης φοράς παραμένοντας διστακτικός και αμφίσημος.

Αν τα πράγματα μείνουν με τις πολιτικές δυνάμεις φθαρμένες και ανίσχυρες η χώρα θα πρέπει να προετοιμάζεται για μια περίοδο ακυβερνησίας και αναστατώσεων. Το κακό είναι ότι εδώ δεν υπάρχει ισχυρή διοίκηση ικανή να κρατήσει τη χώρα ζωντανή και αλώβητη.

Πηγή: tovima.gr

Back to top button
Our site uses cookies to improve your browsing experience and provide you with personalized content. By continuing to use our site, you agree to our cookie policy.