Γράφει ο Γρηγόρης Τζιοβάρας
Η συζήτηση για τα αίτια της σαρωτικής επικράτησης του Ντόναλντ Τραμπ και των συμμάχων του στο αμερικανικό Κογκρέσο κατά τις πρόσφατες εκλογές θα διαρκέσει καιρό καθώς δεν είναι εύκολο να καταλήξει κανείς σε ένα σαφές πόρισμα που να αποτυπώνει τα «χαρίσματα» του νικητή και να απαριθμεί τα λάθη, τις παραλείψεις και τις αστοχίες των ηττημένων αντιπάλων του
Διότι, κακά τα ψέματα, η επανάκαμψη στον Λευκό Οίκο ενός τόσο αμφιλεγόμενου και κυνικού προσώπου, το οποίο ηττήθηκε πριν από τέσσερα χρόνια, αλλά αρνήθηκε να αναγνωρίσει το αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας, συνιστά ένα φαινόμενο για την ανάλυση του οποίου χρειάζεται να επιστρατευθούν ερμηνευτικά εργαλεία από πολλές επιστήμες: η πολιτική επιστήμη αδυνατεί να παράσχει επαρκείς εξηγήσεις χωρίς συνδρομή της κοινωνιολογίας, της ψυχολογίας και όχι μόνο.
Στον απόηχο των πανηγυρισμών από τους ένθερμους υποστηρικτές του, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν γνωστές και μη εξαιρετέες προσωπικότητες της διεθνούς σκηνής, όπως ο Βίκτορ Όρμπαν και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και της εγχώριας, όπως ο Κυριάκος Βελόπουλος, η Αφροδίτη Λατινοπούλου και κάθε άλλο ακροδεξιό απολειφάδι, είναι νομίζω χρήσιμο να ειπωθούν ορισμένα πράγματα τα οποία δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα. Επειδή η λαϊκή ψήφος δεν αποτελεί κολυμβήθρα του Σιλωάμ, αλλά και διότι πολλά από αυτά τα στοιχεία για τα οποία εκλέχθηκε ο Τραμπ, αν πράγματι εφαρμοστούν, θα έχουν δραματικές συνέπειες για τις ζωές όλων μας, μηδέ εξαιρουμένων των ψηφοφόρων του.
Με λίγα λόγια, όσο και αν ο Τραμπ δεν είναι ο πρώτος λαϊκιστής πολιτικός που καταφέρνει να «ισοπεδώσει» τους αντιπάλους τους χρησιμοποιώντας απλοϊκά λεκτικά σχήματα -συνθήματα του τύπου «I’ll fix it» («θα το διορθώσω»), η περίπτωσή του παραμένει εξαιρετική για τον απλούστατο λόγο ότι δεν κατέβαλε την παραμικρή προσπάθεια για να δείξει ότι άλλαξε και, ως εκ τούτου, στη νέα θητεία του, η οποία ξεκινά στις 20 Ιανουαρίου 2015, προτίθεται να κάνει κάτι διαφορετικό από όσα έκανε την πρώτη τετραετία.
Σε όλη, άλλωστε, την προεκλογική περίοδο εμφανίστηκε ακόμη περισσότερο κυνικός, αμετροεπής και τοξικός από όσο ήταν όταν στη διάρκεια της Προεδρίας του όταν αρνούνταν την πανδημία και προέτρεπε τους συμπολίτες του να… πίνουν χλωρίνη ή όταν αμφισβητούσε την κλιματική κρίση αποσύροντας τις ΗΠΑ από τις παγκόσμιες Διασκέψεις για το Κλίμα, δίνοντας στους πραγματικούς φίλους τους από την επιχειρηματική τάξη να μολύνουν ανεξέλεγκτοι την ατμόσφαιρα.
Με περισσή, εξάλλου, ελαφρότητα μοίραζε αφειδώς εύπεπτες υποσχέσεις για τιθάσευση του πληθωρισμού («με ένα νόμο και ένα άρθρο», ίσως;), εξαφάνιση της μετανάστευσης σε μια χώρα που δημιουργήθηκε από μετανάστες και κατάπαυση του πυρός στις πολεμικές συγκρούσεις της Ουκρανίας και της Μέσης Ανατολής μέσα στο πρώτο Σαββατοκύριακο από την ανάληψη των καθηκόντων του.
Με αναίδεια ταυτόχρονα δαιμονοποιούσε τους αντιπάλους του, χαρακτηρίζοντας -αν είναι δυνατόν!- «κομμουνίστρια» την Κάμαλα Χάρις, αλλά και τους εισαγγελείς και τους δικαστές που τον δίωκαν για διαπιστωμένα ποινικά αδικήματα ανάμεσα στα οποία ήταν προκλητικές φοροαπάτες, αλλά και δωροδοκίες, όπως εκείνη της πορνοστάρ που πληρώθηκε για να μην αποκαλύψει την παράνομη σεξουαλική συνεύρεση τους ενόσω ο μετέπειτα πλανητάρχης παρίστανε τον θεοσεβούμενο οικογενειάρχη.
Δεν δυσκολευόταν, την ίδια ώρα, να επικαλείται κάθε είδους fakenews για μετανάστες που τρώνε κατοικίδια στο Οχάιο, αλλά και να καταφύγει σε κάθε λογής συνομωσιολογικές θεωρίες, υπαινισσόμενος ότι μεθοδευόταν η δολοφονία του ή ισχυριζόμενος ότι σχεδιαζόταν νοθεία την οποία ήταν έτοιμος να καταγγείλει εφόσον δεν ήταν ο ίδιος νικητής στην προεδρική κάλπη της περασμένης Τρίτης.
Αναμφίβολα, οι εξαγγελίες για επιβολή δασμών στα γερμανικά αυτοκίνητα και εν γένει στις εισαγωγές ευρωπαϊκών και ασιατικών προϊόντων, τις οποίες με ψηφοθηρική άνεση μοίρασε, ακούστηκαν ευχάριστα στα αυτιά του μέσου Αμερικανού ψηφοφόρου που αισθάνεται ανασφάλεια επειδή τα φέρνει δύσκολα πέρα και δεν δελεάζονταν από τους ισχυρισμούς των Δημοκρατικών ότι οι… αριθμοί ευημερούν και κινδύνευε η Δημοκρατία από την επανεκλογή του Τραμπ ο οποίος δεν δίσταζε να πει ότι θα ήθελε να επιβάλει δικτατορία για μια μέρα.
Εξίσου ευχάριστα αντιμετωπίζονταν από τον οποιοδήποτε φορολογούμενο που ζει σε μια τις μεσοδυτικές Πολιτείες της «βαθιάς Αμερικής» υποσχέσεις ότι θα πάψουν να κατευθύνονται δεκάδες ή και εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια για να χρηματοδοτηθεί το ΝΑΤΟ ή για να προασπιστεί η ακεραιότητα της Ουκρανίας από την εισβολή της Ρωσίας του Πούτιν.
Η αλήθεια είναι ότι θέλει πολλή σκέψη και ακόμη περισσότερη γνώση και μεγαλύτερη περίσκεψη για να αντιληφθεί κανείς ότι ο δασμολογικός πόλεμος δεν υπήρξε ποτέ λύση στα προβλήματα της παγκόσμιας οικονομίας. Η τελευταία φορά που διάφορες χώρες ύψωσαν δασμολογικά σύνορα για να περιορίσουν το ελεύθερο εμπόριο ήταν την περίοδο του Μεσοπόλεμου και είχαν ως αποτέλεσμα την επιτάχυνση των εξελίξεων που οδήγησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όποιος διαθέτει στοιχειώδεις ιστορικές γνώσεις ξέρει ότι το ίδιο αποτέλεσμα είχε και η τακτική του κατευνασμού που επικράτησε στις ΗΠΑ, αλλά και στη Σοβιετική Ένωση, κατά τα πρώτα χρόνια της επέκτασης της χιτλερικής Γερμανίας η οποία κατέπινε τη μια μετά την άλλη χώρα της γειτονιάς της. Η «ουδετερότητα» και οι αποστάσεις που τήρησαν τότε οι αντίπαλες στον Χίτλερ δυνάμεις εκείνης της εποχής όχι μόνον δεν απέτρεψαν τον πόλεμο που είχε ξεκινήσει αλλά τον κατέστησαν αναπότρεπτο και φονικότερο.
Όπως και να έχει, η επιβολή δασμών δεν υπήρξε ποτέ λύση στα πλανητικά προβλήματα. Ούτε φυσικά ο απομονωτισμός μεγάλων χωρών, όπως οι ΗΠΑ οι οποίες με την -έστω- καθυστερημένη είσοδό τους στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους καθόρισαν την έκβασή τους.
Ο καθένας, υπό αυτή τη συνθήκη, μπορεί να αντιληφθεί τι θα συμβεί αν ισχύσουν οι «εύπεπτοι» προεκλογικοί ισχυρισμοί του εκλεγμένου Αμερικανού Προέδρου τόσο για την εφαρμογή δασμών στα προϊόντα τα οποία εισάγονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και για την ουσιαστική διάλυση της Ευρωατλαντικής αμυντικής συμμαχίας, του ΝΑΤΟ, αν πάψει να έχει τη στήριξη της Ουάσιγκτον.
Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, ο κόσμος που μας περιβάλλει θα είναι εντελώς διαφορετικός από αυτόν που ξέρουμε. Και, μάλλον αναμφίβολα, θα είναι ένας πολύ χειρότερος κόσμος από αυτόν στον οποίο ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες, αν όχι και τους τελευταίους αιώνες. Το αντέχουμε; Μάλλον όχι, τουλάχιστον όλοι όσοι δεν επιθυμούμε να ζούμε σε έναν πολυδιασπασμένο πλανήτη που κυριαρχείται από τον απομονωτικό αυταρχισμό.
Το ευτύχημα είναι ότι σχεδόν όλοι οι λαϊκιστές είναι ευεπίφοροι στις κωλοτούμπες, όπως καλύτερα από κάθε άλλον ξέρουμε εμείς εδώ σε αυτή τη χώρα. Και, άρα, εκείνο στο οποίο έχουμε να προσδοκούμε είναι ότι ο Τραμπ αποκλείεται να ξεφύγει από αυτόν τον κανόνα.
Πηγή: protothema.gr