Γράφει ο Αντώνης Καρακούσης
Μέσα Ιουνίου και οι τιμές των πρώιμων κερασιών, των ροδακίνων και των βερικόκων ακόμη παραμένουν πεισματικά στα ύψη, καθιστώντας την αγορά τους σχεδόν απαγορευτική για τους λαϊκούς, με χαμηλά βαλάντια, καταναλωτές. Στα συνοικιακά οπωροπωλεία των Αθηνών βρίσκεις κεράσια Αγιάς στα 9 ευρώ το κιλό και τα καλύτερα της Ημαθίας μπορεί να ξεπερνούν και τα 14 ευρώ το κιλό. Οι τιμές παραγωγού των πρώιμων φρούτων ξεκίνησαν πολύ ψηλά μεταξύ 8 και 9 ευρώ το κιλό και τώρα υποχωρούν αργά προς τα 5 ευρώ το κιλό, με αποτέλεσμα οι τελικές τιμές να φθάνουν στους καταναλωτές στα προαναφερόμενα ύψη. Η πίεση από τις τιμές των πρώιμων φρούτων κατεγράφη και στον δείκτη τιμών καταναλωτή, που τον περασμένο Μάιο σημείωσε άνοδο στο 2,5%.
Οι οπωροπώλες, όταν ερωτώνται, λένε πως αυτό που έχει γίνει φέτος δεν έχει προηγούμενο. Δύο παγετοί κατά την ανθοφορία την περασμένη άνοιξη και μια χαλαζόπτωση στις αρχές Μαΐου στα ορεινά της Κεντρικής Μακεδονίας πλήγωσαν τις δενδροκαλλιέργειες. Οι παγετοί απέτρεψαν το μαζικό δέσιμο των καρπών και οι χαλαζοπτώσεις έριξαν σημαντικό ποσοστό των λίγων δεμένων στο έδαφος. Με άλλα λόγια χάθηκε σημαντικό μερίδιο της προσδοκώμενης παραγωγής και η σημαντικά μειωμένη δεν επαρκεί να καλύψει τη διατηρούμενη υψηλή ζήτηση. Κατά τα φαινόμενα οι τιμές δεν πρόκειται να υποχωρήσουν ραγδαία, δεν πρόκειται να φθηνύνουν πραγματικά ακόμη και όταν προστεθούν οι όψιμες μαζικότερες παραγωγές.
Η αλήθεια είναι ότι το φετινό φαινόμενο δεν είναι μοναδικό. Εχει επαναληφθεί, με μικρότερη ίσως ένταση, τα προηγούμενα χρόνια. Οι γεωπόνοι αποδίδουν τη συχνή εμφάνιση των ανοιξιάτικων παγετών, όπως και των καταστροφικών χαλαζοπτώσεων, στην κλιματική αλλαγή, στον άστατο καιρό που προκαλούν οι απότομες αλλαγές της θερμοκρασίας ειδικά πριν από το καλοκαίρι.
Το δυστύχημα είναι ότι πλέον υπάρχουν λύσεις δενδροπροστασίας και φυτοπροστασίας από τους άστατους καιρούς, οι οποίες δυστυχώς δεν έχουν απορροφηθεί από τις ελληνικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις, με αποτέλεσμα να χάνεται, κατ’ έτος, σημαντικό τμήμα της εξαιρετικής σε ποιότητα και γεύσεις εγχώριας παραγωγής.
Το σημαντικότερο είναι ότι η εγχώρια βιομηχανία πολυαιθυλενίου έχει αναδείξει ξεχωριστές επιχειρήσεις, οι οποίες προσφέρουν ολοκληρωμένες λύσεις ελέγχου των συνεπειών του παγετού, όπως και μοντέρνα προϊόντα αντιβρόχινης και αντιχαλαζικής προστασίας, που θα απέτρεπαν τις μεγάλες καταστροφές και θα εξασφάλιζαν την ποιότητα των καρπών. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της «Δάιος Πλαστικά», η οποία ιδρύθηκε το 1974 και έκτοτε ειδικεύθηκε και εξελίχθηκε στην παραγωγή τέτοιων προϊόντων τα οποία εξάγονται μαζικά στις ΗΠΑ, στην Ισπανία, στη Χιλή, στο Ισραήλ και αλλού, αλλά δεν έχουν βρει τη θέση που τους αρμόζει στην ελληνική αγορά. Η συγκεκριμένη εταιρεία, έπειτα από μακροχρόνια έρευνα, έχει καταφέρει να προσφέρει για πολλές χρήσεις, με εύχρηστες εφαρμογές, φιλμ αντιβρόχινης και αντιχαλαζικής προστασίας, φιλμ κάλυψης θερμοκηπίων, φιλμ κάλυψης σπαραγγιών, φιλμ εδαφοκάλυψης και πλήθος άλλων υλικών που μπορούν να καλύψουν ανάγκες προστασίας, των δενδροκαλλιεργητών, των αμπελουργών και άλλων που αντιμετωπίζουν τις πολλές εκδοχές της κλιματικής αλλαγής. Και προφανώς θα υπάρχουν και άλλες που ειδικεύονται στην παραγωγή και εγκατάσταση τέτοιων σύγχρονων εφαρμογών προστασίας.
Το κακό είναι ότι το υπουργείο Γεωργίας αδιαφορεί. Προτιμά να διαχειρίζεται και να ελέγχει το παιγνίδι των αποζημιώσεων μέσω του ΕΛΓΑ, παρά να διαμορφώσει κίνητρα εγκατάστασης τέτοιων πάγιων και αποτελεσματικών εφαρμογών δενδροπροστασίας και φυτοπροστασίας, που θα αύξαναν την παραγωγή, θα εξασφάλιζαν την ποιότητα, θα ενίσχυαν τις εξαγωγές πρώιμων και υπεπρώιμων φρούτων και θα επέτρεπαν βεβαίως την αγορά και κατανάλωσή τους σε προσιτές τιμές.
Πηγή: tovima.gr