Το πλεόνασμα να γίνει ανάπτυξη, όχι προεκλογικές παροχές

Γράφει ο Γρ. Νικολόπουλος

Η κυβέρνηση, με τα μέτρα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και εξειδικεύει ο υπουργός Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης, σηματοδοτεί για πρώτη φορά στη διάρκεια της διακυβέρνησής της, μια χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής προς όφελος των ευάλωτων νοικοκυριών
Τόσο η ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων όσο και η επιστροφή ενός ενοικίου στα ευάλωτα νοικοκυριά είναι μέτρα που ανακουφίζουν ελαφρώς το βάρος αυτών των κοινωνικών ομάδων και ως τέτοια καλώς εφαρμόζονται.

Ομως τέτοιου είδους μέτρα δεν λύνουν προβλήματα. Δεν είναι σοβαρές και μόνιμες παρεμβάσεις που θα έχουν ένα θετικό αποτύπωμα στην οικονομική ανάπτυξη και στην αύξηση των εισοδημάτων. Η αγορά ζητά από την κυβέρνηση θαρραλέες παρεμβάσεις για να διευκολυνθεί η οικονομική ανάπτυξη σε μόνιμη βάση, αλλά η κυβέρνηση δεν τολμά.

Οπως αποδεικνύεται από την ύπαρξη του υπερπλεονάσματος, οι φόροι είναι υπερβολικοί. Υπερκαλύπτουν τις ανάγκες του Δημοσίου και πρέπει με κάποιο τρόπο να επιστραφούν στους φορολογούμενους με βελτίωση των παρεχόμενων από το κράτος υπηρεσιών σε παιδεία, υγεία, ασφάλεια κ.λπ. και με τη δημιουργία υποδομών που θα επιταχύνουν την οικονομική ανάπτυξη. Δεδομένου ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα αποχής υπηρεσιών, οι υποδομές είναι απολύτως αναγκαίες για την επιτάχυνση της ανάπτυξης.

Ακόμη καλύτερα θα είναι να μειωθούν οι φόροι ώστε να μην υπάρχει υπερπλεόνασμα, αφού θέλουμε ανάπτυξη και επενδύσεις.

Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι κυρίως η έλλειψη παραγωγικών επενδύσεων που θα αυξήσουν την παραγωγή και τις εξαγωγές και θα μειώσουν τις εισαγωγές και παράλληλα θα δώσουν θέσεις εργασίας και εισόδημα. Τέτοιου επενδύσεις δεν γίνονται και, σύμφωνα με τους οργανισμούς παρακολούθησης της οικονομίας, οι επενδύσεις είναι μη παραγωγικές.

Το ότι δεν γίνονται παραγωγικές επενδύσεις ούτε από Ελληνες ούτε από ξένους επενδυτές αποδεικνύει ότι το επενδυτικό/ επιχειρηματικό περιβάλλον δεν είναι ευνοϊκό.

Οι λόγοι είναι πολλοί. Η γραφειοκρατία καθυστερεί πάρα πολύ και σε πολλές περιπτώσεις εμποδίζει εντελώς την επένδυση. Η διαφθορά ανεβάζει το κόστος σε μη υπολογίσιμα επίπεδα και θέτει σε νομικό και διοικητικό κίνδυνο κάθε επενδυτική προσπάθεια. Το κόστος λειτουργίας μιας επιχείρησης είναι πολύ υψηλό εξαιτίας των ασφαλιστικών εισφορών και επιβαρύνσεων με διάφορα τέλη. Αν υπάρξει κάποιο κέρδος, το κράτος το ρουφάει αμέσως, προτού καν εισπραχθεί από την επιχείρηση λόγω των καθυστερήσεων στις πληρωμές και μάλιστα προεισπράττει μέσω της προκαταβολής φόρου και μελλοντικά κέρδη, προκαλώντας έλλειψη ρευστότητας στις επιχειρήσεις.

Ολοι οι επιχειρηματικοί φορείς κραυγάζουν για μέτρα βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, προτείνοντας μελετημένα και κοστολογημένα πακέτα μέτρων τα οποία η κυβέρνηση αρνείται να υιοθετήσει.

Η έλλειψη επενδύσεων και η αδυναμία διαμόρφωσης ενός αναπτυξιακού επενδυτικού/επιχειρηματικού περιβάλλοντος, προκαλεί, εκτός από τα οικονομικά προβλήματα, και κοινωνικά – ειδικά στην αγορά εργασίας και στους νέους.

Αγορά εργασίας

Οπως διαπιστώνει το ΚΕΠΕ σε μελέτη του που έδωσε στη δημοσιότητα προχθές, μειώνονται οι θέσεις εργασίας σε ηλικίες 30-40 ετών. Ο πρόεδρος του οργανισμού Παναγιώτης Λιαργκόβας δήλωσε: «Πολλοί εργαζόμενοι αποφεύγουν τις νόμιμες θέσεις εργασίας, επειδή θεωρούν ότι οι κρατήσεις είναι υπερβολικά υψηλές. Αν συνδυάσουν αδήλωτη εργασία με κάποιο επίδομα, μπορεί να τους συμφέρει περισσότερο. Αυτό βλάπτει το κράτος και όσους φορολογούνται κανονικά». Και, όπως τόνισε, «αυτό που απομένει στην τσέπη του εργαζόμενου πρέπει να είναι μεγαλύτερο. Μόνο έτσι θα υπάρξει ουσιαστικό κίνητρο για να συμμετέχουν περισσότεροι στην αγορά εργασίας».

Το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ επισημαίνει επίσης ότι «η αγορά εργασίας στην Ελλάδα εμφανίζει ζήτηση κυρίως για λιγότερο καταρτισμένους εργαζομένους, με περιορισμένες επαγγελματικές δεξιότητες και αδυνατεί να απορροφήσει τους περισσότερο εξειδικευμένους, οι οποίοι μοιραία βρίσκουν δουλειά στο εξωτερικό. Οι θέσεις που προσφέρονται είναι χαμηλής ποιότητας σε κλάδους παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι ακόμα και όταν παρουσιάζουν υψηλές κερδοφορίες παράγουν μικρές προστιθέμενες αξίες και δεν οδηγούν σε παραγωγικές επενδύσεις. Πρόκειται για μια παραγωγικά ανώριμη και άτολμη αγορά εργασίας που παράγει κυρίως θέσεις ανειδίκευτων αποφοίτων Γενικού Λυκείου». Και τα ευρωπαϊκά στοιχεία το αποδεικνύουν. Σε ποσοστό απασχόλησης αποφοίτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης η Ελλάδα -με 66,2%- βρίσκεται στην 27η θέση στην Ευρωπαϊκή Ενωση, με την Ιταλία με 71,6% να τοποθετείται ένα σκαλί πιο πάνω.

Ολες οι υπόλοιπες χώρες όμως είναι πάνω από το 80%, και έτσι φτάνει στο 85,2% ο συνολικός μέσος όρος. Παράλληλα, η χώρα μας κατατάσσεται στην 20ή θέση ως προς την απορρόφηση στο πεδίο των πτυχιούχων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (66,5%), σχεδόν 15 μονάδες κάτω από το 80,4% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Μόνο οι απόφοιτοι Γενικής Εκπαίδευσης (72,7%) στην Ελλάδα έχουν καλύτερη θέση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (67,2%), οδηγώντας τη χώρα στην 9η θέση ως προς αυτή τη σύγκριση, αλλά δείχνοντας ταυτόχρονα και το χαμηλό επίπεδο ως προς την ποιότητα των παραγόμενων θέσεων εργασίας.

Ολα δείχνουν ότι η χώρα χρειάζεται ένα αναπτυξιακό σοκ με τη διευκόλυνση παραγωγικών επενδύσεων. Και η αρχή γι’ αυτό πρέπει να είναι η μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών -τώρα που το υπερπλεόνασμα το επιτρέπει- ώστε να διευκολυνθούν οι παραγωγικές επενδύσεις. Παράλληλα, ο περιορισμός της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς που τη συνοδεύει είναι ζητούμενο εδώ και πολλές δεκαετίες.

Δυστυχώς η κυβέρνηση δεν τολμά να προχωρήσει σε τέτοιες θαρραλέες τομές και να βάλει τη χώρα σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης. Περιορίζεται σε μέτρα με έντονο προεκλογικό χαρακτήρα. Ομως αυτά τα μέτρα, όπως τα επιδόματα και οι επιστροφές ενοικίων, είναι μεν ανακουφιστικά για κάποιους, αλλά δεν διασφαλίζουν κανένα μελλοντικό όφελος για την οικονομία και την κοινωνία.

Πηγή: protothema.gr

Back to top button
Our site uses cookies to improve your browsing experience and provide you with personalized content. By continuing to use our site, you agree to our cookie policy.